Συνέντευξη του Βουλευτή Β΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρου Καράογλου, στo δελτίο ειδήσεων του Attica Tv, με τον δημοσιογράφο Γιώργο Μελιγγώνη (11-12-2024)
Συνέντευξη του Βουλευτή Β΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρου Καράογλου, στην EgnatiaTvPress και την εκπομπή "Εδώ Μακεδονία ", με τον δημοσιογράφο Αντώνη Οραήλογλου (05-12-2024)
Συνέντευξη του Βουλευτή Β΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρου Καράογλου, στον 102Fm και την εκπομπή "Στιγμές και στιγμιότυπα", με τον δημοσιογράφο Θωμά Τσίμπα (13-12-2024)
Ο Βουλευτής Β΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρος Καράογλου, στην παρουσίαση του βιβλίου "Ελεγκτική του Δημόσιου Τομέα", στις 12 Δεκεμβρίου 2024.
Θεσσαλονίκη, 12 Δεκεμβρίου 2024
Δελτίο Τύπου
Θ. Καράογλου: "Ο προϋπολογισμός του 2025 αποτυπώνει τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας"
«Ο προϋπολογισμός του 2025 αποτυπώνει τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας» τόνισε ο κ. Θεόδωρος Καράογλου, παίρνοντας το λόγο στην Ολομέλεια της Βουλής και τη συζήτηση που βρίσκεται σε εξέλιξη για την κύρωση του προϋπολογισμού του νέου έτους.
Ο Βουλευτής Β΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας επισήμανε ότι ο προϋπολογισμός που κατέθεσε η Κυβέρνηση περιλαμβάνει κοστολογημένες προτάσεις, είναι απολύτως τεκμηριωμένος και εκπέμπει δημοσιονομική σοβαρότητα.
«Γι' αυτό», όπως είπε, «η Ελλάδα είναι μια από τις 8 χώρες της Ε.Ε. που ο προϋπολογισμός του νέου έτους εγκρίθηκε χωρίς καμία επιφύλαξη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως πιστοποιήθηκε στην πρόσφατη συνεδρίαση του Eurogroup στις Βρυξέλλες, γεγονός που επιβραβεύει την πολιτική της Κυβέρνησής μας». Πρόσθεσε, δε, ότι η ψήφος εμπιστοσύνης της Κομισιόν δίνεται στην ελληνική οικονομία σε μια εποχή ανατροπών, ανακατατάξεων και παγκόσμιας αστάθειας, στη διάρκεια της οποίας μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες αυξάνουν φόρους και εφαρμόζουν πολιτικές λιτότητας.
«Και όμως, σε αυτό το γκρίζο περιβάλλον, η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση προχωρώντας σε συνεχείς μειώσεις φόρων, μόνιμες αυξήσεις αποδοχών ενώ αυξάνει τις δαπάνες σε κρίσιμους τομείς εθνικών και κοινωνικών προτεραιοτήτων» πρόσθεσε.
Σε άλλο σημείο της τοποθέτησής του ο κ. Καράογλου ανέφερε ότι πέρα από δημοσιονομική σοβαρότητα η ελληνική οικονομία εκπέμπει και δημοσιονομική υγεία, γεγονός που επιτρέπει στην Κυβέρνηση, δίχως υπερβολές και σπατάλες, να βελτιώνει το επίπεδο ευημερίας όλων των κοινωνικών ομάδων. «Άρα, ο προϋπολογισμός του 2025 συνδυάζει την δημοσιονομική συνέπεια με την ανάπτυξη» εξήγησε, συμπληρώνοντας ότι «υπό τη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και με Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη η Ελλάδα είναι μια νοικοκυρεμένη χώρα, έχοντας το 4ο υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα στο σύνολο των 27 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Τέλος, ο κ. Καράογλου έκλεισε την τοποθέτησή του επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα του 2025 είναι μια καλύτερη και ισχυρότερη χώρα συγκριτικά με το 2019.
«Αυτή η σταθερότητα πρέπει να είναι η απόλυτη προτεραιότητα όλων των κομμάτων που συμμετέχουν στη Βουλή των Ελλήνων. Αυτό πράττουμε στη Νέα Δημοκρατία με υψηλό αίσθημα ευθύνης. Και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε με την εμπιστοσύνη και την στήριξη του ελληνικού λαού. Υπερψηφίζουμε, λοιπόν, τον προϋπολογισμό του νέου έτους, διότι μέσω αυτού κάνουμε πράξη την Ελλάδα της εθνικής αξιοπιστίας και της συλλογικής αξιοπρέπειας και ευημερίας» κατέληξε στην ομιλία του.
Άρθρο του Βουλευτή Β' Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρου Καράογλου, στην ιστοσελίδα "TheOpinion.gr", που δημοσιεύτηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2024.
"Στο ΠΑΣΟΚ δεν διδάχθηκαν ότι ο λαϊκισμός κοστίζει ακριβά..."
Στο ΠΑΣΟΚ πάσχουν από μικρομεγαλισμό. Έγιναν αξιωματική αντιπολίτευση, βλέπουν την δημοσκοπική σκιά τους και θαρρούν πως κυβερνούν τον κόσμο. Δεν εξηγούνται διαφορετικά οι παλινωδίες των τελευταίων ημερών και οι επισφαλείς οικονομικές πολιτικές που καταθέτουν τα τελευταία 24ωρα και οι οποίες, στο πρόσφατο παρελθόν, μας οδήγησαν στην οικονομική κρίση. Μάλλον δεν διδάχθηκαν ότι ο λαϊκισμός κοστίζει ακριβά. Γιατί, εάν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές και πολιτικά υπεύθυνοι, η πρόταση του Νίκου Ανδρουλάκη για έκτακτη φορολόγηση των κερδών των τραπεζών είναι ένα ακόμα επικοινωνιακό πυροτέχνημα που σβήνει αμέσως μετά την εκτόξευσή του. Όπως ακριβώς έπραξε με το “παρών” στα απογευματινά χειρουργεία, με τα οποία συμφωνεί αλλά δεν τα ψήφισε, μέχρι το θέμα του ΦΠΑ ή την στάση που κράτησε για τον κατώτατο μισθό.
Αξιολογώντας από απόσταση την πρότασή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, οφείλω να παραδεχθώ ότι είναι ιδιαίτερα “πιασάρικη”. Και αυτό γιατί “χαϊδεύει” τα αυτιά των πολιτών, καθώς πρόκειται για ένα εύηχο σύνθημα που ικανοποιεί ένα συγκεκριμένο εκλογικό ακροατήριο. Όμως, επί της ουσίας, είναι μια βαθιά αντιαναπτυξιακή πολιτική. Πρώτα από όλα αιφνιδιάζει τους επενδυτές και διαρρηγνύει το κλίμα εμπιστοσύνης που με κόπο διαμόρφωσε η Κυβέρνηση μαζί τους. Το να αλλάζεις αιφνιδιαστικά τους όρους του παιχνιδιού, κατά το δοκούν, δεν εκπέμπει σήμα σταθερότητας, σοβαρότητας ή υπευθυνότητας. Απεναντίας υπονομεύει σοβαρά την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα, συμπεριλαμβανομένης της προσέλκυσης ξένων επενδυτικών κεφαλαίων. Γιατί, κακά τα ψέματα, ποιός σοβαρός επενδυτής θα διοχετεύσει κεφάλαια σε μια οικονομία που δεν σέβεται το φορολογικό δίκαιο της και ανατρέπει διαρκώς τη νομοθεσία; Προφανώς κανένας!
Γι’ αυτό δεν θα κουραστώ να επισημαίνω ότι το ζήτημα με τις ελληνικές τράπεζες είναι άλλο. Πρώτον, δίνουν λίγα δάνεια, είτε επιχειρηματικά είτε στεγαστικά. Και αυτό πρέπει να αλλάξει προς χάριν της ενίσχυσης της ρευστότητας. Δεύτερον έχουν μεγάλο ποσοστό προμήθειας για την οποιαδήποτε συναλλαγή. Ακόμα και pin να αλλάξουμε στην χρεωστική κάρτα μας, χρεωνόμαστε υπερβολικά. Και αυτή είναι μια καθημερινότητα που επηρεάζει όλους μας. Τρίτον, είναι μεγάλη η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων. Εισπράττουν πολλά για τα δάνεια που δίνουν, χορηγούν “ψίχουλα” για όσα χρήματα καταθέτουμε. Πρόκειται για τρία ζητήματα που πρέπει να μας απασχολήσουν έντονα και στα οποία οφείλουμε να σκύψουμε ως Κυβέρνηση με επίμονο ενδιαφέρον, ώστε οι τράπεζες να γίνουν πιο ευέλικτες στη σχέση τους με τους πολίτες και πιο φιλικές σε ό,τι αφορά στην εξυπηρέτηση των πελατών.
Και αν η πρόταση μου ακούγεται “ξένη” στην κοινή λογική, ας αναλογιστούν στην Χαριλάου Τρικούπη πόσο σοβαρός είναι ο κίνδυνος οι φορολογούμενοι να “κερδίσουν” πρόσκαιρα ένα όποιο ποσό αλλά μακροπρόθεσμα να χαθούν πολλαπλάσια χρήματα από την εθνική μας οικονομία εξαιτίας μια πολύ πιθανής αύξησης της απόδοσης των ελληνικών ομολόγων, λόγω πιθανής εφαρμογής της έκτακτης φορολόγησης. Είπαμε, όλα είναι θέμα εμπιστοσύνης.
Γι’ αυτό ο Πρωθυπουργός ξεκαθάρισε σε διεθνές ακροατήριο ότι δεν θα μπει έκτακτος φόρος στις τράπεζες, ώστε να μην στείλει λάθος μήνυμα στις αγορές που θα χαλούσε την καλή εικόνα των ελληνικών ομολόγων που με κόπο έχουμε αποκτήσει την τελευταία πενταετία. Άλλωστε, όπως εύστοχα σημείωσε ο ίδιος: “η Κυβέρνηση ξέρει τι θέλει από τις τράπεζες και έχει τους τρόπους να το δρομολογήσει”.
Άρθρο του Βουλευτή Β΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρου Καράογλου, στην ιστοσελίδα "ThePresident.gr", που δημοσιεύτηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2024.
"Η ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος δεν επιτρέπει δημαγωγίες"
Η ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος δεν επιτρέπει δημαγωγίες όπως, για παράδειγμα, η πρόταση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη για έκτακτη φορολόγηση των κερδών των τραπεζών. Είναι μια βαθιά αντιαναπτυξιακή πολιτική πρόταση που ηχεί ωραία στα αυτιά των πολιτών, καθώς είναι πιασάρικη ως σύνθημα, μα στην πραγματικότητα δεν προσφέρει τίποτα. Για παράδειγμα αν ένας πολίτης, έχει σήμερα ζήτημα με τη χορήγηση ενός στεγαστικού δανείου, η έκτακτη φορολόγηση δεν θα απαντήσει σε αυτό το ζήτημα.
Γι’ αυτό ας δούμε τη μεγάλη εικόνα. Πρώτα από όλα η πρόταση του ΠΑΣΟΚ αιφνιδιάζει τους επενδυτές και διαρρηγνύει το κλίμα εμπιστοσύνης που με κόπο διαμόρφωσε η Κυβέρνηση μαζί τους. Το να αλλάζεις αιφνιδιαστικά τους όρους του παιχνιδιού, κατά το δοκούν, δεν εκπέμπει σήμα σταθερότητας, σοβαρότητας ή υπευθυνότητας. Απεναντίας υπονομεύει σοβαρά την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα, συμπεριλαμβανομένης της προσέλκυσης ξένων επενδυτικών κεφαλαίων. Γιατί, κακά τα ψέματα, ποιός σοβαρός επενδυτής θα διοχετεύσει κεφάλαια σε μια οικονομία που δεν σέβεται το φορολογικό δίκαιο της και ανατρέπει διαρκώς τη νομοθεσία; Προφανώς κανένας!
Γι’ αυτό δεν θα κουραστώ να επισημαίνω ότι το ζήτημα με τις ελληνικές τράπεζες είναι άλλο. Πρώτον, δίνουν λίγα δάνεια, είτε επιχειρηματικά είτε στεγαστικά. Και αυτό πρέπει να αλλάξει προς χάριν της ενίσχυσης της ρευστότητας. Δεύτερον έχουν μεγάλο ποσοστό προμήθειας για την οποιαδήποτε συναλλαγή. Ακόμα και pin να αλλάξουμε στην χρεωστική κάρτα μας, χρεωνόμαστε υπερβολικά. Και αυτή είναι μια καθημερινότητα που επηρεάζει όλους μας. Τρίτον, είναι μεγάλη η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων. Εισπράττουν πολλά για τα δάνεια που δίνουν, χορηγούν «ψίχουλα» για όσα χρήματα καταθέτουμε. Πρόκειται για τρία ζητήματα που πρέπει να μας απασχολήσουν έντονα και στα οποία οφείλουμε να σκύψουμε ως Κυβέρνηση με επίμονο ενδιαφέρον, ώστε οι τράπεζες να γίνουν πιο ευέλικτες στη σχέση τους με τους πολίτες και πιο φιλικές σε ό,τι αφορά στην εξυπηρέτηση των πελατών.
Σε τελική ανάλυση ας αναλογιστούμε πόσο σοβαρός είναι ο κίνδυνος οι φορολογούμενοι να «κερδίσουν» πρόσκαιρα ένα όποιο ποσό αλλά μακροπρόθεσμα να χαθούν πολλαπλάσια χρήματα από την εθνική μας οικονομία εξαιτίας μια πολύ πιθανής αύξησης της απόδοσης των ελληνικών ομολόγων, λόγω πιθανής εφαρμογής της έκτακτης φορολόγησης. Είπαμε, όλα είναι θέμα εμπιστοσύνης.
Γι’ αυτό ο Πρωθυπουργός ξεκαθάρισε σε διεθνές ακροατήριο ότι: «η Κυβέρνηση ξέρει τι θέλει από τις τράπεζες και έχει τους τρόπους να το δρομολογήσει». Κάθε τι άλλο στέλνει λάθος μήνυμα στις αγορές, το οποίο μπορεί να χαλάσει την καλή εικόνα των ελληνικών ομολόγων που με κόπο έχουμε αποκτήσει την τελευταία πενταετία.
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση συνεχίζει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες να γίνει η Ελλάδα μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα που θα υπερβαίνει εαυτόν, που θα μπορεί να αναπληρώσει το χαμένο έδαφος και να ηγηθεί σε τομείς όπου έχουμε έμφυτο συγκριτικό πλεονέκτημα.
Άρθρο του Βουλευτή Β΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρου Καράογλου, στην ιστοσελίδα "Makthes.gr", που δημοσιεύτηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2024.
"Το ζήτημα των ελληνικών τραπεζών και η ανάγκη για υγιές πιστωτικό σύστημα"
Το ζήτημα με τις ελληνικές τράπεζες δεν είναι η φορολόγησή τους όπως προτείνει το ΠΑΣΟΚ. Εδράζεται αλλού και σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο πορεύονται όσον αφορά στη λειτουργία τους. Πρώτον, δίνουν λίγα δάνεια, είτε επιχειρηματικά είτε στεγαστικά. Και αυτό πρέπει να αλλάξει προς χάριν της ενίσχυσης της ρευστότητας. Δεύτερον έχουν μεγάλο ποσοστό προμήθειας για την οποιαδήποτε συναλλαγή. Ακόμα και pin να αλλάξουμε στην χρεωστική κάρτα μας, χρεωνόμαστε υπερβολικά. Και αυτή είναι μια καθημερινότητα που επηρεάζει όλους μας. Τρίτον, είναι μεγάλη η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων. Εισπράττουν πολλά για τα δάνεια που δίνουν, χορηγούν "ψίχουλα" για όσα χρήματα καταθέτουμε.
Τα τρία ζητήματα που αναδεικνύω απασχολούν έντονα την Κυβέρνηση, η οποία θα σκύψει με επίμονο ενδιαφέρον πάνω σε αυτά, ώστε οι τράπεζες να γίνουν πιο ευέλικτες στη σχέση τους με τους πολίτες και πιο φιλικές στην εξυπηρέτηση των πελατών. Αυτό είναι το κρίσιμο σημείο και όχι λαϊκίστικες προτάσεις, όπως αυτή του ΠΑΣΟΚ περί έκτακτης φορολόγησης των τραπεζών, που λειτουργούν ως επικοινωνιακό πυροτέχνημα και το μόνο που προσφέρουν στον δημόσιο διάλογο είναι να ικανοποιήσουν τα αυτιά ενός συγκεκριμένου εκλογικού ακροατηρίου. Ναι μεν η ιδέα του Νίκου Ανδρουλάκη ακούγεται "ωραία", όμως στην πραγματικότητα στέλνει λάθος μήνυμα στις αγορές, το οποίο μπορεί να χαλάσει την καλή εικόνα των ελληνικών ομολόγων που με κόπο έχουμε αποκτήσει την τελευταία πενταετία.
Στο κρεσέντο λαϊκισμού, λοιπόν, από το ΠΑΣΟΚ και τα επικίνδυνα παιχνίδια του κ. Ανδρουλάκη με το τραπεζικό σύστημα και τη σταθερότητα της εθνικής οικονομίας μας, εμείς απαντούμε με συνολική παρέμβαση υπέρ του ανταγωνισμού στις χορηγήσεις δανείων προς νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και για τη μείωση των επιβαρύνσεων στις τραπεζικές συναλλαγές, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για υγιές πιστωτικό σύστημα. Άλλωστε, ευθύνη και αποστολή της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας είναι να προχωρά στην υλοποίηση αξιόπιστων και "ζυγισμένων" πολιτικών που δεν αποσταθεροποιούν την οικονομία και τις τράπεζες, ούτε στέλνουν λάθος μήνυμα στην Ελλάδα και το εξωτερικό και φυσικά δεν θέτουν σε κίνδυνο το αξιόχρεο της χώρας.
Διότι, βλέποντας μακροπρόθεσμα, η πρόταση που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση αιφνιδιάζει τους επενδυτές και διαρρηγνύει το κλίμα εμπιστοσύνης που με κόπο διαμόρφωσε η Κυβέρνηση μαζί τους. Το να αλλάζεις αιφνιδιαστικά τους όρους του παιχνιδιού, κατά το δοκούν, δεν εκπέμπει σήμα σταθερότητας, σοβαρότητας ή υπευθυνότητας. Απεναντίας υπονομεύει σοβαρά την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα, συμπεριλαμβανομένης της προσέλκυσης ξένων επενδυτικών κεφαλαίων. Γιατί, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, ποιός σοβαρός επενδυτής θα διοχετεύσει κεφάλαια σε μια οικονομία που δεν σέβεται το φορολογικό δίκαιο της και ανατρέπει διαρκώς τη νομοθεσία; Ρητορικό το ερώτημα, καθώς η απάντηση είναι εύκολη. Προφανώς κανένας!