(Άρθρο): "Στο ΠΑΣΟΚ δεν διδάχθηκαν ότι ο λαϊκισμός κοστίζει ακριβά..."

Άρθρο του Βουλευτή Β'  Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Θεόδωρου Καράογλου, στην ιστοσελίδα "TheOpinion.gr", που δημοσιεύτηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2024.

"Στο ΠΑΣΟΚ δεν διδάχθηκαν ότι ο λαϊκισμός κοστίζει ακριβά..."

Στο ΠΑΣΟΚ πάσχουν από μικρομεγαλισμό. Έγιναν αξιωματική αντιπολίτευση, βλέπουν την δημοσκοπική σκιά τους και θαρρούν πως κυβερνούν τον κόσμο. Δεν εξηγούνται διαφορετικά οι παλινωδίες των τελευταίων ημερών και οι επισφαλείς οικονομικές πολιτικές που καταθέτουν τα τελευταία 24ωρα και οι οποίες, στο πρόσφατο παρελθόν, μας οδήγησαν στην οικονομική κρίση. Μάλλον δεν διδάχθηκαν ότι ο λαϊκισμός κοστίζει ακριβά. Γιατί, εάν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές και πολιτικά υπεύθυνοι, η πρόταση του Νίκου Ανδρουλάκη για έκτακτη φορολόγηση των κερδών των τραπεζών είναι ένα ακόμα επικοινωνιακό πυροτέχνημα που σβήνει αμέσως μετά την εκτόξευσή του. Όπως ακριβώς έπραξε με το “παρών” στα απογευματινά χειρουργεία, με τα οποία συμφωνεί αλλά δεν τα ψήφισε, μέχρι το θέμα του ΦΠΑ ή την στάση που κράτησε για τον κατώτατο μισθό.

 Αξιολογώντας από απόσταση την πρότασή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, οφείλω να παραδεχθώ ότι είναι ιδιαίτερα “πιασάρικη”. Και αυτό γιατί “χαϊδεύει” τα αυτιά των πολιτών, καθώς πρόκειται για ένα εύηχο σύνθημα που ικανοποιεί ένα συγκεκριμένο εκλογικό ακροατήριο. Όμως, επί της ουσίας, είναι μια βαθιά αντιαναπτυξιακή πολιτική.  Πρώτα από όλα αιφνιδιάζει τους επενδυτές και διαρρηγνύει το κλίμα εμπιστοσύνης που με κόπο διαμόρφωσε η Κυβέρνηση μαζί τους.  Το να αλλάζεις αιφνιδιαστικά τους όρους του παιχνιδιού, κατά το δοκούν, δεν εκπέμπει σήμα σταθερότητας, σοβαρότητας ή υπευθυνότητας. Απεναντίας υπονομεύει σοβαρά την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα, συμπεριλαμβανομένης της προσέλκυσης ξένων επενδυτικών κεφαλαίων. Γιατί, κακά τα ψέματα, ποιός σοβαρός επενδυτής θα διοχετεύσει κεφάλαια σε μια οικονομία που δεν σέβεται το φορολογικό δίκαιο της και ανατρέπει διαρκώς τη νομοθεσία;  Προφανώς κανένας!

Γι’ αυτό δεν θα κουραστώ να επισημαίνω ότι το ζήτημα με τις ελληνικές τράπεζες είναι άλλο. Πρώτον, δίνουν λίγα δάνεια, είτε επιχειρηματικά είτε στεγαστικά. Και αυτό πρέπει να αλλάξει προς χάριν της ενίσχυσης της ρευστότητας. Δεύτερον έχουν μεγάλο ποσοστό προμήθειας για την οποιαδήποτε συναλλαγή. Ακόμα και pin να αλλάξουμε στην χρεωστική κάρτα μας, χρεωνόμαστε υπερβολικά. Και αυτή είναι μια καθημερινότητα που επηρεάζει όλους μας. Τρίτον, είναι μεγάλη η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων. Εισπράττουν πολλά για τα δάνεια που δίνουν, χορηγούν “ψίχουλα” για όσα χρήματα καταθέτουμε. Πρόκειται για τρία ζητήματα που πρέπει να μας απασχολήσουν έντονα και στα οποία οφείλουμε να σκύψουμε ως Κυβέρνηση με επίμονο ενδιαφέρον, ώστε οι τράπεζες να γίνουν πιο ευέλικτες  στη σχέση τους με τους πολίτες και πιο φιλικές σε ό,τι αφορά στην εξυπηρέτηση των πελατών.

Και αν η πρόταση μου ακούγεται “ξένη” στην κοινή λογική, ας αναλογιστούν στην Χαριλάου Τρικούπη πόσο σοβαρός είναι ο κίνδυνος οι φορολογούμενοι να “κερδίσουν” πρόσκαιρα ένα όποιο ποσό αλλά μακροπρόθεσμα να χαθούν πολλαπλάσια χρήματα από την εθνική μας οικονομία εξαιτίας μια πολύ πιθανής αύξησης της απόδοσης των ελληνικών ομολόγων, λόγω πιθανής εφαρμογής της έκτακτης φορολόγησης. Είπαμε, όλα είναι θέμα εμπιστοσύνης.

Γι’ αυτό ο Πρωθυπουργός ξεκαθάρισε σε διεθνές ακροατήριο ότι δεν θα μπει έκτακτος φόρος στις τράπεζες, ώστε να μην στείλει λάθος μήνυμα στις αγορές που θα χαλούσε την καλή εικόνα των ελληνικών ομολόγων που με κόπο έχουμε αποκτήσει την τελευταία πενταετία. Άλλωστε, όπως εύστοχα σημείωσε ο ίδιος: “η Κυβέρνηση ξέρει τι θέλει από τις τράπεζες και έχει τους τρόπους να το δρομολογήσει”.