Κυρίες και κύριοι,
Ερχόμενος στο Διεθνές Ίδρυμα «Μέγας Αλέξανδρος» στο Λιτόχωρο Πιερίας, σκεφτόμουν ποια θα μπορούσε να είναι η καλύτερη εισαγωγή στο χαιρετισμό μου για τα εγκαίνια της έκθεσης «Κειμήλια Απελευθέρωσης Μακεδονίας 1912-1913».
Τότε θυμήθηκα μια φράση που συνήθιζε να λέει ένας καθηγητής μου στο γυμνάσιο, όταν αναφερόταν στην ιστορία του Έθνους μας.
«Αν θελήσουμε ποτέ να παραστήσουμε την ελληνική ιστορία με μια γραμμή, αυτή θα πρέπει να είναι κυματοειδής» ανέφερε πολύ συχνά, εξηγώντας ότι η ιστορική διαδρομή της πατρίδας μας δεν περιλαμβάνει μόνο λαμπρές σελίδες δόξας, αλλά και στιγμές αποτυχίας.
Στιγμές πτώσης.
Η ειδοποιός διαφορά όμως της Ελλάδας με τις υπόλοιπες χώρες, κατέληγε ο συγκεκριμένος καθηγητής, είναι πως όταν οι Έλληνες λυγίζουμε, καταφέρνουμε:
-να σηκωνόμαστε
-και να στεκόμαστε και πάλι στα πόδια μας.
Το ίδιο ακμαίοι, το ίδιο περήφανοι με πρώτα.
Αυτή την πίστη στις αναγεννητικές ικανότητες του λαού μας εκφράζει και ο Κωστής Παλαμάς στους στίχους του: «Δεν χάνομαι στα τάρταρα, μονάχα ξαποσταίνω, στη ζωή ξαναφαίνομαι και λαούς ανασταίνω».
Εμείς οι Έλληνες, φίλες και φίλοι, απολαμβάνουμε αυτό το μοναδικό προνόμιο για δυο κυρίους λόγους.
Πρώτον για την εθνική ενότητα που μας διακρίνει όταν καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε όσους επιβουλεύονται την εθνική μας κυριαρχία και δεύτερον χάρη στο φιλότιμο που διακρίνει το λαό μας.
Σε αυτήν τη λέξη που δεν υπάρχει και δεν μεταφράζεται σε καμία γλώσσα του κόσμου, γιατί πολύ απλά πηγάζει μέσα από:
-τη ψυχή
-και τη λεβεντιά
του Έθνους μας.
Αυτές είναι οι ηθικές δυνάμεις που μας έκαναν να ξεχωρίσουμε στην οικουμένη και αυτές που μας οδηγούν προς τα εμπρός, ακόμη και σήμερα.
Ακόμη και αυτήν τη στιγμή που όλοι μαζί βρισκόμαστε ενώπιον του μεγαλύτερου των Μακεδόνων, το κάνουμε γιατί μας καθοδηγεί:
-η ψυχή
-και η γαλανόλευκη καρδιά μας.
Είμαστε εδώ, στο Διεθνές Ίδρυμα «Μέγας Αλέξανδρος», για να αποτίσουμε ενωμένοι τον ελάχιστο φόρο τιμής σε όλους εκείνους που, πριν από έναν αιώνα, προσέφεραν τη ζωή τους στην πατρίδα για να μπορεί αυτός ο ευλογημένος τόπος να είναι σήμερα ελεύθερος.
Τα εγκαίνια τούτης της έκθεσης όμως πρέπει, πέρα από αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας, να μας οδηγήσουν σε έναν εσωτερικό διαλογισμό.
Να κάνουμε την αυτοκριτική μας και να απαντήσουμε σε ένα απλό ερώτημα.
Η χώρα που ζούμε είναι η πραγματική Ελλάδα;
Αυτή είναι η πατρίδα που ονειρευόμαστε και μας αναλογεί;
Φυσικά και όχι.
Και αυτό το τονίζω για να το ακούσουν πολύ καλά και τα αδέλφια μας της ομογένειας, που τα τελευταία χρόνια κάποιοι βάλθηκαν να τους πείσουν ότι η πατρίδα τους, η Ελλάδα μας, είναι τελειωμένη υπόθεση.
Ας το καταλάβουν καλά όλοι.
Η Ελλάδα είναι εδώ.
Ενωμένη,
-δυνατή,
-αποφασισμένη,
-δίνει πειστικές απαντήσεις σε όσους μας θεωρούν πολίτες Β΄ κατηγορίας.
Ελλάδα σημαίνει Ευρώπη.
Και Ευρώπη χωρίς Ελλάδα, δεν είναι Ευρώπη.
Δεν είμαστε απλοί αριθμοί, ούτε πρέπει να μας αντιμετωπίζουν ως στατιστικά στοιχεία.
Είμαστε ένας υπερήφανος λαός που όσο και αν θέλουν να το ξεχνούν ορισμένοι:
-φώτισε όλον τον κόσμο με πολιτισμό
-και δίδαξε Δημοκρατία.
Αυτοί είμαστε οι Έλληνες, αυτή είναι η Ελλάδα.
Σε τούτα τα χώματα παλέψανε οι πρόγονοί μας και γίνανε θηρία που τα σεβάστηκε ακόμη και ο εχθρός.
Αυτόν τον ευλογημένο τόπο μας χάρισε ο Θεός να ζήσουμε και οφείλουμε να τον υπερασπιστούμε μέχρι τέλους.
Σε αυτήν την πατρίδα ακόμη και οι πέτρες μένουν όρθιες, για να μας θυμίζουν ποιοι είμαστε.
Για αυτήν την πατρίδα αγωνίστηκαν οι ήρωες του 1912-1913 και αυτά τα χαρακτηριστικά του Έθνους μας θέλουμε να αναδείξουμε μέσα από την περιοδική έκθεση που εγκαινιάζουμε απόψε, η οποία έχει φιλοξενηθεί σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Μακεδονίας μας που συμπλήρωσαν έναν αιώνα ελευθερίας.
Στις προθήκες της έκθεσης υπάρχουν:
-ιστορικά κειμήλια
-και φωτογραφικό υλικό
από την ένδοξη περίοδο της ελληνικής ιστορίας το 1912-1913.
Μια περίοδος που οδήγησε στον διπλασιασμό:
-της έκτασης
-και του πληθυσμού
της πατρίδας μας.
Και όμως, μερικά χρόνια πριν, τίποτα δεν προμήνυε ότι η Ελλάδα επρόκειτο να βιώσει αυτό το μεγαλειώδες ξέσπασμα ελευθερίας.
Είχαν, βλέπετε, προηγηθεί το περίφημο «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη το 1893 και ο καταστροφικός Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897.
Δυο χρονολογίες που αν και γονάτισαν το φρόνημά μας, εν τούτοις δεν λύγισαν την ελληνική ψυχή.
Αυτό εννοούσα με τη φράση του καθηγητή μου που σας ανέφερα στην αρχή του χαιρετισμού μου.
Δοθείσης της ευκαιρίας, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους εργάστηκαν για τη σημερινή εκδήλωση.
Το ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα και τον διευθυντή του, Βασίλειο Νικόλτσιο, ο οποίος μαζί με το γιο του Νίκο είναι οι επιμελητές της έκθεσης.
Το υλικό που θα δείτε σε λίγα λεπτά, συγκεντρώθηκε:
-με πολύ αγάπη
-και μεράκι
από αυτούς τους δυο συλλέκτες, οι οποίοι με το δικό τους τρόπο συνθέτουν σημαντικές ψηφίδες στο μωσαϊκό της ιστορίας μας.
Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω:
-το Γ΄ Σώμα Στρατού για την πολύτιμη βοήθειά του,
-το Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης,
-καθώς και την 24η ταξιαρχία Λιτοχώρου.
Ακόμη, οφείλω πολλά ευχαριστώ:
-στον Πρόεδρο του Διεθνούς Ιδρύματος «Μέγας Αλέξανδρος» κ. Διονύση Πασχάλη
-και στη συνεργάτιδά του, κυρία Παπαδοπούλου,
οι οποίοι εργάστηκαν εξίσου σκληρά για τη σημερινή πολύ όμορφη και ζεστή εκδήλωση.
Κυρίες και κύριοι,
έχουμε το ιστορικό χρέος να μην ατιμάσουμε την παρακαταθήκη που μας άφησαν οι πρόγονοί μας.
Για αυτό θα κλείσω με τους στίχους του εθνικού μας ύμνου: Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή,
σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη.
Απ΄ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε ω χαίρε ελευθερία.
Σας ευχαριστώ.