Ομιλία του Βουλευτή Β΄ Θεσσαλονίκης της Ν.Δ., κ. Θεόδωρου Καράογλου, στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής στη συζήτηση επί των άρθρων για το «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2022-2025» (30-06-2021)
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
άκουσα προσεκτικά και κατέγραψα τις επισημάνσεις όλων των συναδέλφων που πήραν το λόγο στη συνεδρίαση της Επιτροπής μας την Δευτέρα για το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής της περιόδου 2022-20225.
Σέβομαι τα επιχειρήματα που ανέπτυξαν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, άλλωστε ο διάλογος είναι δύναμη δημιουργίας. Όμως θεωρώ -και πιστεύω θα συμφωνήσουμε σε αυτό- ό,τι μέσα από τη συζήτηση που βρίσκεται σε εξέλιξη, ενόψει της συνεδρίασης της Πέμπτης στην Ολομέλεια, δεν διαγκωνιζόμαστε σε οικονομικές εξαγγελίες.
Δεν υποσχόμαστε παροχές, αλλά συζητούμε και σχεδιάζουμε τα επόμενα χρόνια της ελληνικής οικονομίας μετά την αποσωλήνωσή της από τη φάση της ενεργού στήριξης λόγω της πανδημίας.
Η κατάθεση του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Σχεδιασμού είναι μια διαδικασία που αφορά όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ειδικότερα για την Ελλάδα, εκτός του Προγράμματος Σταθερότητας, έχουμε την υποχρέωση βάσει της εφαρμογής της Κοινοτικής Οδηγίας 2011/35 να καταρτίζουμε και να καταθέτουμε το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής καλύπτοντας ένα επιπλέον έτος από το χρονικό διάστημα που καλύπτει το πρόγραμμα σταθερότητας.
Όπως έχετε διαβάσει στο σχέδιο νόμου, οι στόχοι της αξιολογούμενης ρύθμισης είναι:
-βραχυπρόθεσμοι
-και μακροπρόθεσμοι.
Βραχυπρόθεσμος στόχος είναι η χάραξη του δημοσιονομικού σχεδιασμού για τα επόμενα έτη, ενώ μακροπρόθεσμα θέτουμε τα όρια των δαπανών για τους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης και τους στόχους για τους λοιπούς υποτομείς της γενικής κυβέρνησης την περίοδο 2022-2025.
Επί της ουσίας ενισχύουμε τον δημοσιονομικό προγραμματισμό μέσα από ένα στέρεο πρόγραμμα το οποίο συμβάλλει τα μέγιστα στην:
-ανάπτυξη
-και οργάνωση της χώρας, στο πλαίσιο της δημοσιονομικής διαχείρισης.
Όπως σας είπα και στη συνεδρίαση της Δευτέρας, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου το ΑΕΠ θα αυξηθεί φέτος κατά 3,6% και στη συνέχεια:
-κατά 6,2% το 2022,
-κατά 4,1% το 2023,
-κατά 4,4% το 2024
-και κατά 3,3% το 2025.
Οι ιδιωτικές επενδύσεις, λόγω και των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα αυξηθούν φέτος κατά 7%.
Το 2022 θα εκτιναχθούν στο 30,3% και τα επόμενα χρόνια θα συνεχίσουν να αυξάνονται:
-κατά 12,3% το 2023,
-κατά 10,8% το 2024
-και κατά 7,4% το 2025.
Ανοδική πορεία θα ακολουθήσουν και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών:
-κατά 10,4% το 2021,
-κατά 13,8% το 2022,
-κατά 7,5% το 2023,
-κατά 6,2% το 2024
-και κατά 5,2% το 2025.
Η αύξηση των εξαγωγών αντανακλά τα σημαντικά κέρδη ανταγωνιστικότητας που καταγράφει η εθνική μας οικονομία την τελευταία διετία, αφού πλέον ανακτά την εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών.
Ανοδικά θα πορευτεί και η ιδιωτική κατανάλωση η οποία:
-φέτος θα αυξηθεί κατά 2,6%,
-το 2022 κατά 2,9%,
-το 2023 κατά 2,1%,
-το 2024 κατά 2,8%
-και το 2025 κατά 2,2%.
Η επαναφορά του όγκου της ιδιωτικής κατανάλωσης το 2022 στα επίπεδα του 2019, σημαίνει ότι του χρόνου θα έχουμε ανακτήσει το σύνολο των απωλειών της υγειονομικής κρίσης.
Πρακτικά θα επηρεαστούν θετικά τόσο το επίπεδο της απασχόλησης όσο και ο ονομαστικός μέσος μισθός ξεπερνώντας το επίπεδο του 2019 κατά 1,6% και 1,1% αντίστοιχα.
Επηρεασμός του επιπέδου απασχόλησης μεταφράζεται σε αποκλιμάκωση της ανεργίας, το ποσοστό της οποίας θα διαμορφωθεί στο 16,3% φέτος, για να μειωθεί:
-στο 14,4% το 2022,
-στο 13,2% το 2023,
-στο 11,9% το 2024
-και στο 11,1% το 2025.
Παράλληλα προβλέπεται:
-η έξοδος της χώρας από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας εντός του 2022,
-η επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού στα λεγόμενα «κόκκινα» δάνεια εντός του 2022,
-καθώς και η επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας έως το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Επίσης στο Μεσοπρόθεσμο περιγράφεται αναλυτικά:
-η πολιτική που θα ακολουθηθεί για τη στήριξη των επενδύσεων μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και των λοιπών εργαλείων που έχουμε στη διάθεσή μας,
-το Σχέδιο Ανάκαμψης,
-καθώς και τα έσοδα που θα αποκομίσουμε από το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, τα οποία αναμένεται να ξεπεράσουν το 1 δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως τα επόμενα τρία χρόνια.
Υπάρχει και ένα ειδικό κεφάλαιο ανάλυσης ευαισθησίας στο οποίο εξετάζονται δυο εναλλακτικά σενάρια.
Το πρώτο αφορά 1% χαμηλότερο ΑΕΠ και το δεύτερο υψηλότερο ΑΕΠ κατά 1%.
Στην ίδια λογική υπάρχει και σενάριο για άνοδο των επιτοκίων.
Στην πρώτη περίπτωση το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι χαμηλότερο κατά περίπου 0,5% του ΑΕΠ, ενώ στη δεύτερη περίπτωση θα είναι αντίστοιχα υψηλότερο πάλι κατά 0,5% του ΑΕΠ.
Εκείνο που δεν πρέπει να ξεχνούμε είναι πως το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2022-2025 συντάχθηκε υπό το καθεστώς αγωνίας που υπάρχει σε όλη την υφήλιο εξαιτίας της πανδημίας.
Υπό αυτό το πρίσμα είναι φυσικό επακόλουθο να επηρεάζεται άμεσα και έμμεσα:
-από την πορεία των εμβολιασμών σε διεθνές επίπεδο,
-αλλά και από τις επιπτώσεις που θα υπάρχουν στην παγκόσμια οικονομία και πως αυτές θα επηρεάσουν την ελληνική οικονομία.
Σε αυτό το σημείο υπενθυμίζω ότι στους 18 δύσκολους μήνες που προηγήθηκαν εξαιτίας του Covid-19, η Πολιτεία έπραξε το αυτονόητο διαθέτοντας 41 δισεκατομμύρια ευρώ προκειμένου:
-καμία οικογένεια,
-κανένας επιχειρηματίας,
-κανένας αυτοαπασχολούμενος,
-κανένας άνεργος,
να μην νιώσει μόνος και ευάλωτος απέναντι στην υγειονομική κρίση.
Φυσικά, λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη και την εκτίμηση πως στο τέλος του 2022 ο εξωτερικός τουρισμός θα έχει ανακάμψει υπό προϋποθέσεις κατά 80% σε όρους εισπράξεων, συγκριτικά πάντα με τα επίπεδα προ πανδημίας.
Το συγκεκριμένο στοιχείο έχει ξεχωριστή σημασία για τη χώρα μας, δεδομένου ότι η πατρίδα μας βασίζει ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης της στον τουρισμό.
Εδώ νομίζω ότι είναι το κατάλληλο χρονικό σημείο να αναφερθώ στη ρήτρα διαφυγής που παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη της Ε.Ε. να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, διασφαλίζοντας παράλληλα τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών κάθε χώρας.
Η ρήτρα διαφυγής είναι η απόδειξη της έμπρακτης εμπιστοσύνης που απολαμβάνει η χώρα μας στις αγορές και μεταξύ των εταίρων της, κάτι που αντανακλάται στο ιστορικό χαμηλό των ελληνικών ομολόγων,
Επειδή ο χρόνος αρχίζει να πιέζει, θα ήθελα να αναφερθώ σε ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής έως το 2025.
Σε επίπεδο κράτους, οι προβλέψεις για την εξέλιξη των μεγεθών των εσόδων και των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού βασίζονται στα απολογιστικά μεγέθη του 2020.
Τα φορολογικά έσοδα, μετά τη μείωση των ετών 2020 και 2021, λόγω του περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και των μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, θα ανακάμψουν το 2022.
Μοιραία, η εξέλιξη των πρωτογενών δαπανών του Κράτους, μετά τη εκταμίευση το 2020 και το 2021 σημαντικών ποσών για τη στήριξη του εισοδήματος φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, καθώς και του Εθνικού Συστήματος Υγείας, ομαλοποιείται μετά το 2022.
Σχετικά με την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας οι ετήσιες δαπάνες αναμένεται να διαμορφωθούν στο επίπεδο των 2,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, με μικρές διακυμάνσεις μεταξύ των ετών.
Σε αυτές περιλαμβάνεται φαρμακευτική δαπάνη ύψους:
-702 εκ. ευρώ για το 2022,
-717 εκ. ευρώ για το 2023,
-735 εκ. ευρώ για το 2024
-και 755 εκ. ευρώ για το 2025.
Διευκρινίζω ότι στις παραπάνω δαπάνες δεν περιλαμβάνονται οι αμοιβές του μόνιμου προσωπικού των νοσοκομείων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, οι οποίες καταβάλλονται από τον τακτικό προϋπολογισμό του υπουργείου Υγείας.
Όσον αφορά στον κοινωνικό προϋπολογισμό η συνταξιοδοτική δαπάνη αναμένεται να κυμανθεί από 29,7 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022 έως 30,6% δισεκατομμύρια ευρώ το 2025 καταγράφοντας σταδιακή μικρή αύξηση.
Η δαπάνη του ΟΠΕΚΑ για κοινωνικές παροχές, όπως είναι για παράδειγμα:
-το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα,
-τα οικογενειακά και αναπηρικά επιδόματα,
-το στεγαστικό επίδομα,
-το επίδομα γέννησης και άλλα,
θα είναι σταθερό στην περίοδο του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού σχεδιασμού.
Όσον αφορά τώρα στις δαπάνες του ΕΟΠΥΥ για φάρμακα και λοιπές παροχές ασθένειας, αυτές αναμένεται να διαμορφωθούν στα 4,42 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022 και να αυξηθούν:
-στα 4,53 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023,
-στα 4,66 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024
-και στα 4,78 δισεκατομμύρια ευρώ το 2025.
Ξεχωριστή αναφορά οφείλω να κάνω στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων το οποίο χρηματοδοτεί την αναπτυξιακή πολιτική της χώρας μας με έργα που αυξάνουν το ιδιωτικό και δημόσιο κεφάλαιο της οικονομίας:
-στηρίζοντας την αναπτυξιακή διαδικασία
-και τον εκσυγχρονισμό της χώρας σε μακροχρόνια βάση προς όφελος πάντα του κοινωνικού συνόλου.
Μέσω των χρηματοδοτήσεων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ενισχύουμε:
-έργα υποδομής στους τομείς μεταφορών και περιβάλλοντος,
-δράσεις τόνωσης των ιδιωτικών επενδύσεων και της επιχειρηματικότητας,
-την κοινωνία της γνώσης και την ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου,
-έργα ενέργειας και αξιοποίησης των ενεργειακών πόρων,
-έργα ψηφιακού μετασχηματισμού
-ενώ στηρίζουμε και επενδυτικά προγράμματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Δημοσιονομικός στόχος την περίοδο 2021-2025 παραμένει η ταχύτερη απορρόφηση των πόρων που προβλέπονται από τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα.
Το 2021 η προσπάθεια μας επικεντρώνεται:
-στην επίσπευση της υλοποίησης των έργων που αφορούν στην προγραμματική περίοδο 2014-2021,
-στην ένταξη και υλοποίηση έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας,
-καθώς και στην ενεργοποίηση των δράσεων της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027.
Ειδικότερα για την περίοδο 2022-2025, οι διαθέσιμοι πόροι ώστε να επιτευχθούν οι αναπτυξιακοί στόχοι ανέρχονται συνολικά σε 28,25 δισεκατομμύρια ευρώ.
Από αυτά τα 24,25 δισεκατομμύρια ευρώ θα διατεθούν για τα έργα του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΠΔΕ.
Όσον αφορά στην ετήσια κατανομή των πόρων προβλέπεται η διάθεση 6,25 δισεκατομμυρίων ευρώ για το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος το 2022 και 6 δισεκατομμύρια ευρώ για κάθε έτος της περιόδου 2023-2025.
Πάμε τώρα στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ευρύτερα γνωστό ως «Ελλάδα 2.0».
Είναι ιδιαίτερα φιλόδοξο και μεταρρυθμιστικό σχέδιο που αποσκοπεί στη στροφή προς ένα οικονομικό μοντέλο το οποίο θα είναι πιο:
-εξωστρεφές,
-ανταγωνιστικό,
-πιο πράσινο
και σε ένα κρατικό περιβάλλον:
-πιο αποτελεσματικό,
-λιγότερο γραφειοκρατικό,
-ψηφιακά αναβαθμισμένο
-και με ένα φορολογικό σύστημα περισσότερο φιλικό προς την ανάπτυξη.
Άρα συζητούμε για έναν ριζικό οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό που:
-θα τονώσει την οικονομική δραστηριότητα
-και θα προάγει την τεχνολογική αναβάθμιση.
Ένα σχέδιο το οποίο θα εκριζώσει στρεβλές νοοτροπίες και αντιλήψεις δεκαετιών.
Την περίοδο 2021-2026 αναμένεται να εκταμιευθούν 30,5 δισεκατομμύρια ευρώ στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Ήδη έχει προϋπολογιστεί η χρηματοδότηση επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων σημαντικού ύψους προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι δεν θα καθυστερήσει η απορρόφηση των επιχορηγήσεων.
Είμαστε απόλυτα έτοιμοι και σε αυτό το κομμάτι!
Το συνολικό ποσό των επενδυτικών πόρων που θα κινητοποιηθούν από τον ιδιωτικό τομέα προσεγγίζει τα 59 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το ποσό αυτό είναι διπλάσιο από το αντίστοιχο κονδύλι που θα εκταμιευθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Για την πράσινη μετάβαση προβλέπεται να κινητοποιηθούν πόροι ύψους 11,58 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Για την ψηφιακή μετάβαση 2,36 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Για την απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή 5,27 δισεκατομμύρια ευρώ.
Για τις ιδιωτικές επενδύσεις 8,78 δισεκατομμύρια ευρώ.
Εδώ θα πρέπει να προστεθεί και το πρόγραμμα των δανείων ύψους 12,7 δισεκατομμυρίων ευρώ που στοχεύει στην κινητοποίηση 30,9 δισεκατομμυρίων ευρώ επενδυτικών πόρων.
Επαναλαμβάνω ότι τα ποσά που ανέφερα δεν είναι ο αρχικός προϋπολογισμός αλλά η προβλεπόμενη κινητοποίηση πόρων.
Κλείνοντας την ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του Μεσοπρόθεσμου θα σταθώ στην εκκαθάριση ληξιπρόθεσμων οφειλών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης προς τρίτους.
Τον Απρίλιο του 2021 υιοθετήθηκε ένα επικαιροποιημένο σχέδιο εκκαθάρισης των ληξιπρόθεσμων, λαμβάνοντας υπόψη εποχιακές διακυμάνσεις.
Απώτερος στόχος είναι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές να διατηρηθούν κατά μέγιστο στο 0,2% του ΑΕΠ στο τέλος κάθε χρόνου, με ένα στενό εύρος έως +0,1% του ΑΕΠ εντός του έτους σε συνάρτηση πάντα με την εποχικότητα.
Συνοψίζοντας, το Μεσοπρόσθεσμο αποτυπώνει μια διαφορετική Ελλάδα, με μειωμένη ανεργία και οριστικό τέλος της ύφεσης.
Μια Ελλάδα:
-με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης,
-με την υλοποίηση σημαντικών επενδύσεων,
-με ισχυρές εξαγωγές,
-με ορθή αξιοποίηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάπτυξης και του νέου ΕΣΠΑ.
Μια Ελλάδα που θα πορεύεται στο διεθνές γίγνεσθαι έχοντας ως οδηγό μεσοπρόθεσμους ρεαλιστικούς στόχους.
Μια Ελλάδα στην οποία αξίζει να ζεις!
Μια Ελλάδα πρότυπο στην οποία θα μπορείς να κάνεις σχέδια για την επόμενη ημέρα.
Μια Ελλάδα που θα ανταποκρίνεται με επιτυχία στις προκλήσεις της νέας εποχής.
Μέσω του Μεσοπρόθεσμου δίνουμε ραντεβού με το μέλλον, έχοντας πίστη στην υπέρβαση όλων εκείνων των γεγονότων που μέχρι πριν λίγα χρόνια φάνταζαν αδύνατα.
Συνήθως, όταν τα προηγούμενα χρόνια συζητούσαμε για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας ο διάλογος περιοριζόταν γύρω από τη λέξη «ύφεση».
Και μόνο η αναφορά της ήταν αρκετή για να «νεκρώσει» κάθε σκέψη για το αύριο.
Ας μην γελιόμαστε, αυτό ήταν το διεθνές... πορτρέτο της πατρίδα μας μέχρι τον Ιούλιο του 2019.
Σήμερα, όμως, μιλούμε για:
-ισχυρή,
-βιώσιμη,
-σταθερή ανάπτυξη,
η οποία θα εδράζεται σε τέσσερις άξονες:
-στην πράσινη μετάβαση,
-στον ψηφιακό μετασχηματισμό,
-στην θωράκιση της κοινωνικής συνοχής μέσω της τόνωσης της απασχόλησης
-και στις ιδιωτικές επενδύσεις.
Επιβεβαιώνουμε ότι είμαστε έτοιμοι να θεραπεύσουμε τις αδυναμίες του παρελθόντος και με δημιουργική πνοή να ενισχύσουμε την προκοπή στον τόπο μας.
Σας ευχαριστώ.