Ομιλία Θ. Καράογλου στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Ελληνισμού της Διασποράς με θέμα ημερήσιας διάταξης: «Ενημέρωση των μελών της Επιτροπής από τον Υφυπουργό Εξωτερικών, κ. Δημήτριο Δόλλη, σχετικά με ζητήματα, που συνδέονται με τη λειτουργία του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού»
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ: Κύριε Υπουργέ, συνηθίζεται να λέμε και νομίζω ότι είναι μία πραγματικότητα, ότι εκτός από τους πολίτες που ζουν εντός της χώρας, εκτός από τους Έλληνες τα 10.000.000 που βρίσκονται στη χώρα, υπάρχει και μία άλλη Ελλάδα εκτός της χώρας. Είναι ένα πολύτιμο κεφάλαιο, το οποίο προφανώς θα πρέπει να φροντίσουμε όλοι μας να διατηρήσει συνεκτικούς δεσμούς με την «μητέρα» πατρίδα, ώστε να τους αξιοποιούμε προς όφελος της πατρίδας μας, να είναι οι πρεσβευτές της χώρας μας στο εξωτερικό, όπου ζουν. Με αυτή την λογική άλλωστε ιδρύθηκε το 1995 το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού (Σ.Α.Ε.), είναι ένα ζήτημα το οποίο έχουμε συζητήσει πολλές φορές και έχουμε πει ότι και η ονομασία είναι λάθος και θα έπρεπε κάποτε να αλλάξει. Το ίδιο το Σ.Α.Ε. έχει πάρει αποφάσεις συνεδρίων, το οποίο λέει ότι θα πρέπει να μετονομαστεί σε Συμβούλιο Απανταχού Ελληνισμού, γιατί υπάρχει μία πληθώρα Ελλήνων που πλέον δεν είναι απόδημοι ή έχουν κάποια ελληνική καταγωγή, γεννηθήκανε, μεγαλώνουν, θα ζήσουν αυτοί και τα παιδιά τους στο εξωτερικό. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός μετά από ένα εύλογο χρονικό διάστημα 15 χρόνων περίπου που λειτουργεί, θα πρέπει να γίνει ένας απολογισμός και να δούμε αν τελικά τα μέσα, τα οποία διατέθηκαν, οι υποδομές οι οποίες στήθηκαν, η προσπάθεια που κατεβλήθη από όλους όσους υπηρέτησαν τον θεσμό αυτό, έφεραν και τα θεμιτά αποτελέσματα.
Είναι, λοιπόν, χρήσιμο να κάνουμε αυτή τη συζήτηση και θα έλεγα ότι αυτή είναι καταρχήν μία συζήτηση που ανοίγει υμών, δηλαδή, των μελών του Ελληνικού Κοινοβουλίου και θα έπρεπε να γίνει το ίδιο πράγμα και με την παρουσία του Διοικητικού Συμβουλίου του Σ.Α.Ε. για να συζητήσουμε αναλυτικά τι έγινε, τι έχουμε κάνει λάθος και τι πρέπει να αλλάξουμε. Είναι προφανές ότι υπάρχουν προβλήματα, είναι προφανές ότι αυτά τα οποία όλοι μας περιμέναμε, έτσι δεν υλοποιήθηκαν ή ο καθένας πίστευε, αν θέλετε, ότι θα μπορούσαν να είχαν γίνει.
Αναφερθήκατε προηγουμένως και είπατε, δυστυχώς, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα το Συμβούλιο του Απανταχού Ελληνισμού (Σ.Α.Ε.), εγώ θα επιμένω σ’ αυτό τον όρο, εκπροσωπεί ένα πολύ μικρό κομμάτι του ελληνισμού του εξωτερικού, το κομμάτι του ελληνισμού που είναι οργανωμένο. Αν δεν κάνω λάθος, ο κύριος Διευθυντής ανέφερε ένα ποσοστό το οποίο με «τρόμαξε» το 2%.
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ (Γενικός Διευθυντής, Γενικός Γραμματέας Απόδημου Ελληνισμού): Είναι 5%.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ: Και 5% να είναι, δεν έχει καμία σημασία.
ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΔΟΛΛΗΣ (Υφυπουργός Εξωτερικών): Είναι πολύ μικρό το ποσοστό.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ: Αν ο ρόλος του Σ.Α.Ε. περιορίστηκε να ασχολείται με το τόσο μικρό κομμάτι του ελληνισμού που ούτως ή άλλως είναι οργανωμένο και έχει αίσθηση της εθνικής του συνείδησης και καταγωγής, τότε προφανώς αποτύχαμε και μάλιστα αποτύχαμε οικτρά, παταγωδώς.
Άρα, λοιπόν, θα πρέπει να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει, τι πήγε στραβά και τι πρέπει να αλλάξουμε. Θεωρώ, λοιπόν, ότι σ’ αυτό που πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη σημασία, προσοχή είναι να επικεντρωθούμε και να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση στους ανθρώπους ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι με κάποιο τρόπο θα πρέπει να αποκτήσουν και αυτοί συνεκτικό δεσμό με τη «μητέρα» πατρίδα.
Πρέπει, λοιπόν, το Σ.Α.Ε. εκτός από χώρος ψευτοσυνδικαλισμού μεταξύ των συλλόγων που ούτως ή άλλως συμμετέχουν άνθρωποι, οι οποίοι γνωρίζουν, έχουν επίγνωση της ελληνικής τους συνείδησης, να ξανοιχτεί και σε όλους τους άλλους οι οποίοι έχουν ενσωματωθεί στις κοινωνίες που ζουν και σιγά – σιγά χάνουν τις ρίζες τους, χάνουν τον ελληνισμό τους.
Άρα, λοιπόν, να υπάρχει ένας προσανατολισμός που θα έχει σχέση κυρίως με το προσέγγισμα αυτών των ανθρώπων. Νομίζω και το Σ.Α.Ε. είχε καταλάβει ότι κάτι τέτοιο θα έπρεπε να κάνει, γιατί είχε ξεκινήσει κάποιες προσπάθειες με τα δίκτυα νεολαίας, νέων επιστημών, των πολιτικών, των επιχειρηματιών. Θεωρώ ότι αυτός είναι ο κύριος στόχος του, δηλαδή, να επικοινωνήσει με ανθρώπους οι οποίοι απομακρύνονται σιγά – σιγά από τον ελληνισμό για να τους φέρει πάλι κοντά, γιατί όπως είπαμε, είναι ένα πολύτιμο κεφάλαιο που θα πρέπει να αξιοποιεί την «μητέρα» πατρίδα. Από εκεί και πέρα είναι σίγουρα η λειτουργία για τα δύο τελευταία χρόνια με την δεδομένη οικονομική κρίση, δεν ήταν αυτή που γνωρίζαμε στο παρελθόν, είναι σίγουρο ότι ακόμη και λειτουργίες οι οποίες υπήρχαν στο παρελθόν και αν θέλετε με δόση υπερβολών, όπως για παράδειγμα τα συνέδρια, τα οποία ήταν εντυπωσιακά, ήταν φολκλορικά, έτσι πολύ μεγάλα ή τα περιφερειακά συνέδρια που είχαν την ίδια εικόνα και ενδεχομένως να ξοδευόταν πολλά λεφτά. Όλα αυτά θα πρέπει να εξορθολογιστούν και βεβαίως σαφέστατα θα πρέπει να γίνει πολύ σοβαρός οικονομικός έλεγχος και στο τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια.
Θα ήθελα και με αφορμή τη συζήτηση αυτή, θα κάνω και σχετική ερώτηση και θα ζητήσω αναλυτικά στοιχεία για να μάθω ποιες ήταν οι επιχορηγήσεις που είχε το Σ.Α.Ε. όλα αυτά τα χρόνια της λειτουργίας του. Γιατί ακούσαμε κάποια νούμερα που ξαφνιάστηκα, ακούστηκε ότι, δηλαδή, ο τελευταίος Πρόεδρος του Σ.Α.Ε. είχε 1.500.000 έσοδα, πήρε τέλος πάντων από το Σ.Α.Ε. ο Πρόεδρος τα δύο τελευταία χρόνια, ότι τα 4 τελευταία χρόνια το Σ.Α.Ε. πήρε 7.000.000. Είναι χρήματα, τα οποία προφανώς είναι πολύ μεγάλα. Επίσης, θεωρώ υπερβολή ότι για παράδειγμα θα έπρεπε η Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού να πληρώνει τα έξοδα μετάβασης της Προεδρικής Φρουράς στη Νέα Υόρκη για την παρέλαση, όταν αυτό το θέμα θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί εκ των ενόντων, όπως για παράδειγμα κάνουν οι Έλληνες της Βοστόνης που έχουν φτιάξει μία ομάδα Ευζώνων από 30 άτομα και παρελαύνουν με τη στολή των Ευζώνων. Θεωρώ ότι κάποια πράγματα είναι υπερβολικά πολλά.
Τέλος, σε σχέση με τη Θεσσαλονίκη, είναι προφανές ότι όταν ο νομοθέτης αποφάσισε και ανέθεσε την έδρα του Σ.Α.Ε. στην Θεσσαλονίκη, το έκανε γιατί είχε συναίσθηση το τι υπάρχει μια μεγάλη αδικία, η οποία υπάρχει σε βάρος της υπόλοιπης Ελλάδας και ειδικότερα της Θεσσαλονίκης, που δυστυχώς διάφοροι την «στολίζουν» με έναν πολύ ωραίο τίτλο συμβασιλεύουσα στο παρελθόν, συμπρωτεύουσα τώρα και στην ουσία είναι γράμμα κενού περιεχομένου. Δεν υπάρχει, δηλαδή, τίποτα απολύτως και γι’ αυτό το λόγο έβαλε την έδρα το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού (Σ.Α.Ε.), λέγοντας ότι ιδρύει στην ουσία ένα νέο Κοινοβούλιο στον χώρο της Βόρειας Ελλάδας και ειδικότερα στην συμπρωτεύουσα όπως αναφέρουν κοσμητικά την Θεσσαλονίκη. Στην πράξη, όμως, η κατάσταση είναι τραγική.
Το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού (Σ.Α.Ε.) έχει 2 άτομα προσωπικό και λειτουργεί σε έναν χώρο ευγενώς παραχωρηθέντα από τον Δήμο Θεσσαλονίκης, ο οποίος απ’ ότι είπατε θέλει να πάρε τον χώρο αυτό προφανώς γιατί τον χρειάζεται για άλλες δραστηριότητες και έχει πρόθεση τα 2 άτομα προσωπικού να τα στεγάσει σε ένα γραφείο καταρχήν του δημαρχείου και βέβαια πολύ φοβάμαι ότι όταν μεθαύριο δει ότι δεν έχουν και πάρα πολύ δουλειά, να τους πει «ωραία, αφού δεν έχετε δουλειά, όταν δεν ασχολείστε με θέματα Σ.Α.Ε., βγάλτε και κανένα πιστοποιητικό γιατί αλλιώς τι θα σας κάνουμε εδώ;» Αυτά είναι επικίνδυνα πράγματα. Πιστεύω ότι ο ρόλος του Σ.Α.Ε. θα πρέπει να είναι εντελώς διαφορετικός, θα πρέπει να φροντίζουμε έτσι ώστε όχι μόνο να υποβαθμιστεί, αλλά να αναβαθμιστεί κι άλλο, υπάρχουν όμορφα παραδοσιακά κτίρια τα οποία ανήκουν και στο δημόσιο, βλέπε κτίριο του ΝΑΤΟ που είναι ιδιοκτησία του Υπουργείου Πολιτισμού το οποίο θα μπορούσε κάλλιστα να παραχωρηθεί στο Σ.Α.Ε., θα μπορούσε να στελεχωθεί, μπορούν κάποιοι υπάλληλοι οι οποίοι είναι του Υπουργείου Εξωτερικών που βρίσκονται και υπηρετούν στην Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού να μεταφερθούν και στη Θεσσαλονίκη για να αποκτήσει ουσιαστική λειτουργία. Δεν είναι ανάγκη να κάνουμε νέες προσλήψεις.
Εκτιμώ, δηλαδή, ότι εάν υπάρχει πρόθεση μπορούν να γίνουν πολλά περισσότερα πράγματα, δεν είναι θέμα καταλογισμού ευθυνών σε κανέναν, γιατί θεωρώ ότι σ’ αυτή την Επιτροπή δεν λειτουργούμε με τη λογική να καταλογίζουμε ευθύνες δεξιά και αριστερά, προσπαθούμε υπερκομματικά να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα, γιατί είναι προς όφελος της πατρίδας.
Κλείνοντας θέλω να πω ότι χαίρομαι που σήμερα δίνεται η δυνατότητα να ξεκινήσει μία συζήτηση για το ρόλο, για την πορεία, για τις ανάγκες μετεξέλιξης του Συμβουλίου Απανταχού Ελληνισμού. Θεωρώ ότι πριν προχωρήσετε στην πρόσκληση διαλόγου μεταξύ Υπουργείου και του Σ.Α.Ε., σχετικά με το νέο νόμο, θα πρέπει να υπάρξει ενημέρωση, καταρχήν, της Επιτροπής και ένας διάλογος και μέσα στην Επιτροπή, γιατί νομίζω ότι υπάρχει εμπειρία από διάφορους συναδέλφους που μπορούν να καταθέσουν τις προτάσεις τους, τις απόψεις τους σχετικά με το πώς βλέπουν αυτό το νόμο και στη συνέχεια να προχωρήσει ο διάλογος. Βέβαια, όπως είπα και πριν χρειάζεται να προχωρήσουμε το συντομότερο δυνατόν και δεν είναι απαραίτητο κάθε φορά να ανακαλύπτουμε τον «τροχό» εμείς, γιατί απ’ ότι γνωρίζω υπάρχουν και άλλες χώρες που έχουν αντίστοιχα όργανα τα οποία λειτουργούν π.χ. η Ιταλία που θα μπορούσαμε να αντιγράψουμε και κάτι από αυτούς.