Άρθρο Θ. Καράογλου στην εφημερίδα "Μακεδονία" που δημοσιεύτηκε την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017
«Ας μιλήσουμε για τη Θεσσαλονίκη»
Απροετοίμαστες, τυπικές και μακράν της πραγματικότητας αποδείχθηκαν οι ελάχιστες αναφορές του Αλέξη Τσίπρα στις αναπτυξιακές προοπτικές της Θεσσαλονίκης, από το βήμα της 82ης ΔΕΘ.
Ξεκινώντας από την άποψη ότι το ενδιαφέρον του για την πόλη «δεν είναι επικοινωνιακό, αλλά πραγματικό», επικαλούμενος ως επιχείρημα τη λειτουργία του «Πρωθυπουργικού γραφείου» εντός του ΥΜΑΘ, μέχρι το γεγονός ότι της αφιέρωσε μόλις 459 λέξεις και αυτές στο κλείσιμο της ομιλίας του, έμοιαζε σαν να θέλει να βγει από την υποχρέωση...
Δεν έδωσε κανένα σαφές στίγμα του πως μπορεί η Θεσσαλονίκη να λειτουργήσει ως βραχίονας ανάπτυξης για το σύνολο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, παρά αναλώθηκε σε μια γενικόλογη τοποθέτηση συμπεριλαμβάνοντας ολίγον από ΟΑΣΘ, ΟΛΘ, ΟΣΕ και Μετρό.
Είναι προφανές ότι η συμπρωτεύουσα δεν χωρούσε στις σημειώσεις του, ούτε βρισκόταν στο πρώτο πλάνο του λογογράφου του...
Σε ό,τι αφορά στο λιμάνι και τον ΟΣΕ έχω να παρατηρήσω ότι ευτυχώς η Κυβέρνηση παραμέρισε την ιδεολογία της, προχωρώντας στην ιδιωτικοποίησή τους.
Το τίμημα των 232 εκ. ευρώ που δόθηκε για τον ΟΛΘ δεν χωρά καμία αμφιβολία πως είναι ιδιαίτερα χαμηλό συγκριτικά με την προσφορά της κινεζικής Hutchinson, η οποία το 2008 προσέφερε 419,468 εκ. ευρώ για την παραχώρηση του σταθμού εμπορευματοκιβωτίων, προβλέποντας επιπλέον επενδύσεις ύψους 490 εκ. ευρώ. Τότε εκείνοι που σήμερα πανηγυρίζουν για την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού Θεσσαλονίκης βρισκόντουσαν κυριολεκτικά πάνω στα κάγκελα της πύλης του ΟΛΘ, κατηγορώντας τη ΝΔ για «ξεπούλημα» εθνικής περιουσίας.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, καθώς τα 45 εκ. ευρώ που έβαλε στα κρατικά ταμεία η Κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου δεν μπορούν να συγκριθούν με την προηγούμενη προσφορά που είχε εξασφαλίσει η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ύψους 300 εκ. ευρώ.
Ψιλά γράμματα θα μου πείτε, για μια χώρα που έχει ανάγκη όσο τίποτα άλλο την εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων. Θα συμφωνήσω εν μέρει, εστιάζοντας καλοπροαίρετα στα πολλαπλασιαστικά οφέλη που μπορούν και πρέπει να έχουν αυτού του είδους οι επενδύσεις σε επίπεδο δημιουργίας θέσεων εργασίας και οικονομικής προόδου μιας πόλης που μαραζώνει καθημερινά.
Όσον αφορά στο ΜΕΤΡΟ, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ συνεχίζουν το έργο από εκεί που το παρέδωσε η Νέα Δημοκρατία. Βλέπετε, το έχει η μοίρα των μεγάλων αναπτυξιακών έργων από άλλους να σχεδιάζονται, άλλοι να τα υλοποιούν και άλλοι να τα εγκαινιάζουν. Ανεξαρτήτως, όμως, του ποιος κόβει την κορδέλα, εκείνο που προέχει είναι το έργο να παραδοθεί ολοκληρωμένο. Να μην αρκείται, δηλαδή, σε μια ευθεία γραμμή από τον σιδηροδρομικό σταθμό μέχρι την Καλαμαριά, αλλά να δρομολογηθεί η επέκταση του μέχρι τη Βιομηχανική Περιοχή της Σίνδου, το αεροδρόμιο «Μακεδονία» και τις συνοικίες της δυτικής Θεσσαλονίκης.
Κινδυνεύοντας να γίνω κουραστικός και μονότονος, θα επαναλάβω ότι η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου ολοκληρώνει και καπηλεύεται το δικό μας έργο.
Μόνο που ως γνήσιος «Κομμουνιστής», ο Αλέξης Τσίπρας δεν επικεντρώθηκε καθόλου στον πυρήνα της αναπτυξιακής διάστασης που πρέπει και μπορεί να αποκτήσει η Θεσσαλονίκη.
Δεν έκανε, για παράδειγμα, την παραμικρή αναφορά στο πως θα εξελίξει τη Ζώνη Καινοτομίας, έργο που τη διετία 2012-2014 επανεκκίνησα ως Υπουργός Μακεδονίας και Θράκης. Η αξιοποίηση της δυναμικής της μπορεί να καθιερώσει τη Θεσσαλονίκη ως κέντρο καινοτομίας και εξωστρέφειας.
Όπως δεν έκανε καμία αναφορά στο πως θα συνδέσει το πνευματικό κεφάλαιο που παράγουν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα της πόλης με την τοπική επιχειρηματικότητα ή πως θα αξιοποιήσει το θαλάσσιο μέτωπο των 54 χιλιομέτρων που εκτείνεται από το Καλοχώρι μέχρι το Δήμο Θερμαϊκού.
Συνοψίζοντας, η Θεσσαλονίκη διαθέτει τεράστιες δυνατότητες οι οποίες σήμερα βρίσκονται εν υπνώσει. Αν δεν αξιοποιηθούν, αν δεν αφυπνιστούν από την Κυβέρνηση, πολύ φοβάμαι ότι η άλλοτε «Μητρόπολη της Ν.Α. Ευρώπης» θα παραμείνει «συμπρωτεύουσα της Ελλάδας των μνημονίων».