Άρθρο του Θ. Καράογλου στην εφημερίδα "Karfitsa" που δημοσιεύτηκε το Σάββατο 26 Αυγούστου 2017
«Ο νέος εθνικός διχασμός»
«Εμείς ή αυτοί», «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν», «Δεξιά ή Αριστερά», «Κομμουνισμός ή Καπιταλισμός», εσχάτως «Κομμουνισμός ή Ναζισμός»...
Όλα τεχνητά διχαστικά διλήμματα που έχτισαν πολιτικές καριέρες, διαμόρφωσαν συνειδήσεις και καθόρισαν τις πολιτικές εξελίξεις στην πατρίδα μας τα χρόνια των Μνημονίων.
Κοινός τους παρονομαστής ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος για ακόμη μια φορά πέτυχε επικοινωνιακά η ελληνική κοινωνία να ασχολείται με θέματα του περασμένου αιώνα, για τα οποία οι ιστορικές ευθύνες έχουν αποδοθεί και όχι με τα τρέχοντα και σοβαρά που βιώνουμε, όπως είναι για παράδειγμα ο ΕΝΦΙΑ που θα ανακοινωθεί τέλη Αυγούστου, η άκρατη φορολογία που «στέγνωσε» νοικοκυριά και επιχειρήσεις ή ο γενικότερος μαρασμός της χώρας.
Ο διχασμός, βλέπεται, είναι το «οξυγόνο» του για να συντηρείται στην πολιτική και να επιβιώνει στην καρέκλα της εξουσίας. Για αυτό και επέλεξε την παρούσα χρονική στιγμή, τώρα δηλαδή που σφίγγει ο πολιτικός κλοιός γύρω του, να ανοίξει εκ νέου από μόνος του τη θεωρία των δυο άκρων.
Δεν διστάζει να γυρίσει πίσω το ρολόι της ιστορίας και να παίξει ακόμη και με τις εντυπώσεις, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι υπάρχουν αδιαμφισβήτητες ιστορικές αλήθειες που πρέπει να λέγονται. Διότι τόσο ο Ναζισμός, όσο και ο Σταλινισμός είναι δυο σκοτεινές περίοδοι της παγκόσμιας ιστορίας. Δυο καταδικαστέα ολοκληρωτικά καθεστώτα, των οποίων η διαφορετική ιδεολογική αφετηρία ούτε τα εξισώνει, μα ούτε και εξαγνίζει κανένα από τα δυο.
Και εδώ τίθεται ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα. Θα επιτρέψουμε στον ΣΥΡΙΖΑ να βυθίζει τη χώρα στο βάλτο του διχασμού ή θα κοιτάξουμε το μέλλον;
Προσωπικά θέλω να είμαι ρεαλιστής και να αναλύω τα δεδομένα ως ουδέτερος παρατηρητής και όχι από την επιθυμητή σκοπιά. Ουδέποτε επέτρεψα στον εαυτό μου να βλέπει και να αξιολογεί καταστάσεις φορώντας κομματικές παρωπίδες. Άλλωστε στη ζωή τα παθήματα πρέπει να γίνονται μαθήματα, όχι άλλοθι. Και το κακό με τα μαθήματα της ιστορίας είναι πως όταν κάποιος τα χάνει ή τα αντιλαμβάνεται κατά το δοκούν δεν μένει απλά μετεξεταστέος, αλλά παρασύρεται σε ένα σπιράλ διχασμού.
Δυστυχώς η διχόνοια υπήρξε ανέκαθεν η κακή μοίρα της Ελλάδας. Είναι η συνήθης κατάσταση και όχι η εξαίρεση του κανόνα.
Οι συνέπειές της υπήρξαν ολέθριες για την πορεία του Έθνους μας, με το κόστος να μην εξαντλείται στη Μικρασιατική καταστροφή, αλλά να πληρώνουμε «τόκους» κατά τη δεκαετία του 1940, αλλά και με την τραγωδία της Κύπρου.
Ήρθε, λοιπόν, η ώρα να πάμε παραπέρα.
Για κάθε εθνική τραγωδία που βιώσαμε ως Έθνος, η ευθύνη είναι συλλογική. Δεν φταίνε οι «απέναντι», αλλά εμείς που επιτρέψαμε στους εαυτούς μας να λησμονήσουμε το νόημα της εθνικής ομοψυχίας.
Αντί να κρατήσουμε ως οδηγό τα λαμπρά επιτεύγματα που πετύχαμε ενωμένοι ως Έλληνες, εξακολουθούμε να δίνουμε χώρο και φωνή σε εκείνους που επιμένουν να κρατούν αναμμένη τη φλόγα του διχασμού, γιατί γνωρίζουν ότι μόλις αυτή σβήσει θα πάψουν και εκείνοι να έχουν λόγο ύπαρξης.
Χαμένος χρόνος για ρεβάνς δεν υπάρχει και αυτό οφείλουμε να το αντιληφθούμε και να το συνειδητοποιήσουμε όλοι.
Διότι πολύ απλά η Ελλάδα δεν είναι «μαγαζί» κανενός!