Άρθρο του Θ. Καράογλου στο Liberal.gr, που δημοσιεύτηκε στις 10-03-2016
"Τα ανταλλάγματα των Αυστριακών στους Σκοπιανούς και η αρχαία "μακεδονική ιστορία"
Είναι πλέον καιρός, στην Ελλάδα της μακρόχρονης συστημικής και οικονομικής κρίσης, να αντιληφθούμε και να κατανοήσουμε ότι οι κυβερνητικές επιλογές στα κρίσιμα εθνικά θέματα είναι συνάρτηση αυτού που πιστεύουν οι εκάστοτε ένοικοι του Μεγάρου Μαξίμου και του υπουργείου Εξωτερικών, γεγονός που στην πλειονότητα των περιπτώσεων προσδιορίζει και καθορίζει το αποτέλεσμα της διαπραγματευτικής μας τακτικής σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους.
Κάνω αυτήν την επισήμανση, διότι η αριστερή κυβερνητική προχειρότητα και ανεπάρκεια, στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, έχει καταντήσει την Ελλάδα χώρα... κλωτσοσκούφι και περίγελο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προσέξτε, για παράδειγμα, τον τρόπο με τον οποίο μας αντιμετωπίζει η Αυστρία, με αφορμή την προσφυγική - μεταναστευτική κρίση.
Όχι μόνο πρωτοστάτησε για να πραγματοποιηθεί η σύσκεψη της Βιέννης (αποκλείοντας την πατρίδα μας από αυτήν), όπου έπεισε την ΠΓΔΜ να κρατήσει ασφυκτικά κλειστά για τους πρόσφυγες τα σύνορα με την Ελλάδα, υποσχόμενη μάλιστα την αποστολή βοήθειας σε δυνάμεις ασφαλείας, τώρα φαίνεται πως διεκδικεί τον ρόλο του... ευεργέτη των Σκοπίων βοηθώντας το γειτονικό κρατίδιο να αναδείξει την πλαστογραφημένη «αρχαία μακεδονική ιστορία» του και να το καταστήσει παγκόσμιο τουριστικό προορισμό μέσω καμπάνιας για τη δήθεν «διαχρονικότητα της Μακεδονίας».
Με λίγα λόγια, αντί η Αυστρία ως χώρα-μέλος της Ε.Ε. να εφαρμόσει μια διορατική πολιτική συνυπευθυνότητας και αλληλεγγύης γύρω από το θέμα της προσφυγικής - μεταναστευτικής κρίσης, στο όνομα του ανθρωπισμού και των ιδεών του διαφωτισμού, έφτασε στο σημείο να στηρίζει απροκάλυπτα αλυτρωτικές καμπάνιες των Σκοπίων, ενθαρρύνοντας επί της ουσίας την προσπάθειά τους να καπηλευτούν την ελληνικότητα της Μακεδονίας μας και να οικειοποιηθούν την εθνική, ιστορική και πολιτισμική κληρονομιά μας.
Απέναντι σε αυτήν την πρωτοφανής και προκλητική στάση της Βιέννης, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει αργά αντανακλαστικά, παραμένοντας εγκληματικά απαθής, είτε λόγω των ιδεολογικών της εμμονών, είτε (ακόμη χειρότερα) των απαράδεκτα χαμηλών συντελεστών της εθνικής μας ισχύος, οι οποίοι είναι αποτέλεσμα της καταστροφικής κυβερνητικής πολιτικής.
Δυστυχώς οι εποχές που η Ελλάδα είχε ενεργή, πολυδιάστατη και εποικοδομητική παρουσία στην ευρύτερη περιοχή μοιάζουν πλέον μακρινές. Και ενώ μέχρι πριν από έναν χρόνο αγωνιζόμασταν να την κρατήσουμε εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας, σήμερα πασχίζουμε να παραμείνει μέλος των Βαλκανίων και όχι να καταντήσει ο... παρίας της Ν.Α. Ευρώπης.
Για αυτόν τον λόγο προέτρεψα, με δελτίο Τύπου που εξέδωσα χθες ως τομεάρχης Μακεδονίας και Θράκης της Νέας Δημοκρατίας, τον υπουργό Εξωτερικών, κ. Νίκο Κοτζιά, να πάψει να είναι χαμένος στη... μετάφραση, να βγει από το λήθαργο της υποτονικής του δράσης και να εφαρμόσει επιτέλους μια υπεύθυνη πατριωτική εξωτερική πολιτική, ασκώντας όλη την επιρροή του εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας η Ελλάδα ΗΤΑΝ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ ΙΣΟΤΙΜΟ ΜΕΛΟΣ.
Αναγνωρίζω ότι η καλή συνεργασία της ΠΓΔΜ με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στο προσφυγικό - μεταναστευτικό βελτιώνει την εικόνα της στις Βρυξέλλες, καθώς και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, εξέλιξη που ίσως να παίξει καθοριστικό ρόλο τόσο στο αίτημά της για έναρξη των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων με την Ευρώπη, όσο και στην προσδοκία της να ενταχθεί στους κόλπους του ΝΑΤΟ.
Αρνούμαι, ωστόσο, να αποδεχθώ ότι δεν υπάρχει εθνική εξωτερική πολιτική ή ότι η Ελλάδα έχει παραδώσει γη και ύδωρ, με αφορμή σημερινά πρωτοσέλιδα δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία το ελληνικό δημόσιο αποδέχεται έγγραφα από τις αρχές της ΠΓΔΜ που αναφέρουν το γειτονικό κρατίδιο με την ψευδεπίγραφη ονομασία «Μακεδονία» και δεν τα επιστρέφει ως απαράδεκτα, όπως έκανε παλαιότερα.
Αναφέρω όλα τα παραπάνω, διότι σήμερα οι σχέσεις της Ελλάδας με τη FYROM απαιτούν λεπτούς διπλωματικούς χειρισμούς, καθώς πρέπει να καταστεί σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι αφενός η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να επιβιώσει αγνοώντας ή παραχαράσσοντας την ιστορική πραγματικότητα και αφετέρου ότι καμία εθνική ταυτότητα δεν μπορεί να οικοδομηθεί εις βάρος της ιστορικής αλήθειας.
Το οφείλουμε στην Ελλάδα, στη Μακεδονία, στους εαυτούς μας, στα παιδιά μας, το οφείλουμε και στον Εθνάρχη Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον δωρικό ηγέτη που δάκρυσε δημόσια για το όνομα της Μακεδονίας.