Άρθρο Θεόδωρου Καράογλου στην εφημερίδα «Ύπαιθρος Χώρα»
Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2016
Άρθρο: «Η απόγνωση βγήκε στο δρόμο»
Πρώτα από όλα θέλω να ξεκαθαρίσω τη θέση μου.
Σέβομαι, στηρίζω και κατανοώ απόλυτα τα δίκαια αιτήματα των αγροτών. Κατάγομαι από αγροτική περιοχή, προέρχομαι από αγροτική οικογένεια που καλλιέργησε τη γη κάτω από δύσκολες συνθήκες και γνωρίζω πολύ καλά τι σημαίνει να δουλεύεις μέρα-νύχτα στα χωράφια.
Είμαι όμως κάθετα αντίθετος με την υπερβολική χρήση των κινητοποιήσεων και τους επ' αόριστον αποκλεισμούς δρόμων, ιδίως όταν αυτοί οι μηχανισμοί αντίδρασης εμποδίζουν την οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου, λειτουργώντας εις βάρος της καθημερινότητας των υπόλοιπων κοινωνικών ομάδων.
Αυτά αντί... προλόγου.
Από εκεί και πέρα, οι πρωτοφανείς σε έκταση και μέγεθος αγροτικές κινητοποιήσεις που πραγματοποιούνται σε όλη την επικράτεια είναι ξεκάθαρο αποτέλεσμα της συσσωρευμένης οργής, της απόγνωσης και του αδιεξόδου στο οποίο οδηγεί η Κυβέρνηση χιλιάδες επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στον πρωτογενή τομέα.
Όσοι συμμετέχουν στα μπλόκα δεν είναι ούτε άνθρωποι των... άκρων, όπως ισχυρίζονται Υπουργοί, ούτε εξυπηρετούν συμφέροντα που θέλουν να «ρίξουν» την Κυβέρνηση, αλλά είναι οικογενειάρχες και νοικοκυραίοι οι οποίοι αντιδρούν δικαιολογημένα, μιας και βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα φορολογικό και ασφαλιστικό έκτρωμα.
Πρόκειται για ανθρώπους του μόχθου που αισθάνονται ότι εμπαίζονται από την Κυβέρνηση, η οποία με τη σειρά της ενώ προεκλογικά τους έταζε διάφορα, τώρα τους αποθαρρύνει από το να βρίσκονται κοντά στα χωράφια τους. Εκεί, δηλαδή, που χτυπά η «καρδιά» της πρωτογενούς παραγωγής.
Αν και η άποψή μου μπορεί να χαρακτηρισθεί από ορισμένους ως «αιρετική», προσωπικά ανήκω σε εκείνους που πιστεύουν ότι η αγροτική οικονομία αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή πλούτου για την Ελλάδα.
Και η εξήγηση είναι απλή. Πρώτον διότι έχει τα χαρακτηριστικά της σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης, δεύτερον διότι παραδοσιακά ενισχύει την εξωστρέφεια του ελληνικού εμπορίου και τρίτον διότι προσφέρει απλόχερα ευκαιρίες επαγγελματικής αποκατάστασης σε νέους ανθρώπους.
Αναγνωρίζω ότι προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης της ελληνικής αγροτικής οικονομίας δαπανήθηκαν (αποφεύγω συνειδητά τη λέξη ξοδεύτηκαν) επιχορηγήσεις δισεκατομμυρίων ευρώ, οι οποίες σε σημαντικό βαθμό δεν αξιοποιήθηκαν όπως θα έπρεπε.
Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει ότι η πατρίδα μας διαθέτει ένα άρτια εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό που ασχολείται με τον πρωτογενή τομέα, έχει εκπληκτικές δυνατότητες παραγωγής αγροτικών προϊόντων υψηλής ποιότητας, μα και ευνοϊκές εδαφολογικές και κλιματικές συνθήκες.
Με δεδομένη την οικονομική κρίση οφείλουμε να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που μας προσφέρει η ελληνική γη και να επανασχεδιάσουμε τους στόχους, τους σκοπούς και τις προοπτικές της ασκούμενης αγροτικής πολιτικής, προκειμένου να καταστήσουμε τον γεωργικό και κτηνοτροφικό τομέα και πάλι ανταγωνιστικό.
Σαφώς και η αύξηση του συντελεστή φορολόγησης των αγροτών από 1η Ιανουαρίου 2016 στο 20% και από 1η Ιανουαρίου του 2017 στο 26%, η αύξηση (σε δυο δόσεις) του συντελεστή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης του αγροτικού πετρελαίου στο επίπεδο του πετρελαίου κίνησης και η σταδιακή εξομοίωση σε βάθος τριετίας των ασφαλιστικών εισφορών των αγροτών με τις αντίστοιχες του ΙΚΑ, είναι ζητήματα που αφανίζουν τον πρωτογενή τομέα, για να μην γράψω ότι συνιστούν επαγγελματική... γενοκτονία των αγροτών.
Δίπλα σε όλα αυτά όμως, πρέπει να προστεθούν και άλλα, όπως είναι για παράδειγμα η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού, η γραφειοκρατία, η αύξηση του κόστους παραγωγής, ακόμη και ο κομματισμός στους αγροτικούς συνεταιρισμούς.
Το άθροισμα όλων αυτών είναι προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν με προγραμματισμό, σύνεση, μετριοπάθεια και πάνω από όλα με καθαρό πολιτικό λόγο, ο οποίος θα θέτει μετρήσιμους στόχους.
Η στροφή σε συγκεκριμένες ανταγωνιστικές καλλιέργειες είναι ένας τέτοιος στόχος.
Όπως επίσης και η έμφαση στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, η ανάπτυξη του αγροτουρισμού, η αύξηση της παραγωγικότητας, η εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων παραγωγής, η ενίσχυση των προγραμμάτων κατάρτισης και ενημέρωσης των αγροτών, η αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου των συνεταιρισμών, η προώθηση της καινοτομίας, η αύξηση του εισοδήματος και η ενεργή παρουσία μας στα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. για την υποστήριξη των Ελλήνων αγροτών.
Ήρθε, λοιπόν, η ώρα των αποφάσεων.
Ο λογαριασμός των προηγούμενων ετών πρέπει να πληρωθεί τώρα. Και τον λογαριασμό αυτόν πρέπει να πληρώσουν όσοι απολάμβαναν αγαθά και προνόμια που δεν δικαιούνταν. Και αυτοί σίγουρα δεν είναι οι αγρότες.
Εκείνο που προτρέπω όσους δίνουν τον αγώνα στα μπλόκα, είναι να μην σκύψουν το κεφάλι. Αντίθετα, να συνεχίσουν τον αγώνα προσερχόμενοι σε έναν διάλογο χωρίς προαπαιτούμενα, σε έναν διάλογο ειλικρίνειας και αμοιβαίας εμπιστοσύνης.
Εμείς, στη Νέα Δημοκρατία, είμαστε έτοιμοι να τους ακούσουμε!