Θεόδωρος Καράογλου:
Αισθάνομαι την ανάγκη, κύριε Πρόεδρε και αγαπητοί συνάδελφοι, να
αναφερθώ σε κάποια ζητήματα που τις δύο ημέρες της συζήτησης του
συγκεκριμένου νομοσχεδίου μονοπώλησαν την Αίθουσα.
Πρώτον, απογραφή. Είναι επίκαιρο το ζήτημα. Εδώ κολλάει άριστα η
παροιμία «φωνάζει ο κλέφτης να φοβηθεί ο νοικοκύρης». Τι έγινε,
αγαπητοί συνάδελφοι, με το ζήτημα της απογραφής; Η Νέα Δημοκρατία, η
νέα διακυβέρνηση της χώρας, έκανε πράξη αυτό που υποσχέθηκε στον
ελληνικό λαό, έκανε πράξη τη δημοσιονομική απογραφή, που είχε δεσμευθεί
απέναντι στον ελληνικό λαό ότι θα είναι η πρώτη ενέργεια που θα κάνει
μόλις αναλάβει τις τύχες της διακυβέρνησης της χώρας. Έτσι, λοιπόν,
αποκάλυψε την απάτη των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ., οι οποίες δεν
αντιμετώπιζαν το πρόβλημα, δεν προσπαθούσαν να λύσουν τα προβλήματα, το
τεράστιο πρόβλημα με το δημοσιονομικό έλλειμμα ή με το τεράστιο χρέος,
αλλά προσπαθούσαν να τα «κουκουλώσουν».
Βέβαια, αυτή η απογραφή επικυρώθηκε και από τη EUROSTAT και από την
ECOFIN, η οποία στη συνέχεια επικύρωσε θετικότατα και αυτό σήμερα
επίσημα εξαγγέλθηκε και από τον Πρωθυπουργό της χώρας, τον Κωνσταντίνο
Καραμανλή- κρίνοντας πως είναι σωστή η πολιτική που ακολουθείται και
πως κινείται σε σωστό δρόμο η οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης. Το
διάγγελμα του Πρωθυπουργού μας ήταν ένδειξη όχι πανικού, αλλά μια
απόδειξη ικανοποίησης. Πετυχαίνουμε τους στόχους μας βήμα-βήμα,
μεθοδικά και, στηριζόμενοι σε μία πλατιά κοινωνική συμμαχία,
ανταποκρινόμαστε στις υποσχέσεις, στις δεσμεύσεις που αναλάβαμε
απέναντι στον ελληνικό λαό.
Ένα δεύτερο ζήτημα είναι η περίφημη Μαύρη Βίβλος, η οποία Μαύρη
Βίβλος πρέπει να ομολογήσω ότι ήταν πάρα πολύ μικρή. Εκατόν πενήντα έξι
σελίδες έβγαλε Μαύρη Βίβλο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. για τα δύο χρόνια Κυβέρνησης της
Νέας Δημοκρατίας.
Άραγε, πόσους τόμους θα έπρεπε να βγάλουμε για τα είκοσι χρόνια
κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ., για τις εγκληματικές παραλείψεις, για την
πλήρη αδράνεια σε καίριους τομείς της οικονομίας, της κοινωνίας
γενικότερα, της πολιτικής ζωής του τόπου από τις κυβερνήσεις του
ΠΑ.ΣΟ.Κ; Θεωρώ ότι θα πρέπει να είμαστε λίγο προσεχτικοί και να «μη
μιλάμε στο σπίτι του κρεμασμένου για σχοινί».
Σε σχέση με το νομοσχέδιο. Στάθηκαν ιδιαίτερα οι συνάδελφοι της
Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στο άρθρο 10, το οποίο μιλά για την αύξηση
της προκαταβολής από 55% σε 65% σε Α.Ε. και Ε.Π.Ε. και από 60% σε 80%
για τις τραπεζικές εταιρείες ημεδαπές ή αλλοδαπές. Κλαίουν και
οδύρονται οι συνάδελφοι γι' αυτό, γιατί μέχρι χθες είχαν μια
συγκεκριμένη επιχειρηματολογία, ότι η Κυβέρνηση στηρίζει τις τράπεζες
και ανέχεται τα υπερκέρδη τους, ότι είναι σκάνδαλο οι φορολογικές
απαλλαγές που δόθηκαν σε Α. Ε. σε Ε.Π.Ε. και σε άλλα νομικά πρόσωπα.
Τώρα τι θα πουν; Βέβαια όλως τυχαίως οι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ξεχνούν
ότι πριν από μερικά χρόνια, που ήταν και αυτοί στην κυβέρνηση, με
συγκεκριμένο νόμο, το ν. 2579/1998 και το άρθρο 52, αύξησαν και αυτοί
την προκαταβολή του φόρου για όλα τα νομικά, και όχι μόνο τα νομικά,
αλλά και για τα φυσικά πρόσωπα.
Κατηγορούμαστε δε ότι με τον τρόπο αυτό δεν έχουμε σταθερή
φορολογική πολιτική και επιβάλλουμε νέους φόρους. Αυτό δεν είναι
αλήθεια και το ξέρουν πάρα πολύ καλά όσοι ασχολούνται με τα οικονομικά.
Γιατί η αύξηση της προκαταβολής δεν είναι νέος φόρος, αλλά λειτουργεί
συμψηφιστικά. Δεν επηρεάζει καθόλου την κερδοφορία των επιχειρήσεων,
δεν ακυρώνει δε τη σημαντικότατη προσπάθεια, που έκανε η συγκεκριμένη
Κυβέρνηση της χώρας να τονώσει την επιχειρηματικότητα, μέσω της μείωσης
των φορολογικών συντελεστών των νομικών προσώπων των επιχειρήσεων.
Σε ότι αφορά την εισοδηματική πολιτική, να ξεκαθαρίσουμε κατ'
αρχάς κάτι. Και εγώ προσωπικά και η παράταξή μου είναι ξεκάθαρο ότι
ούτε διαπλεκόμενα συμφέροντα υπηρετούμε ούτε ταξικά συμφέροντα
εξυπηρετούμε, αλλά μόνο τα συμφέροντα του τόπου, μόνο τα συμφέροντα του
ελληνικού λαού. Πραγματικά, λοιπόν, με το χέρι στην καρδιά, λέω ότι η
αύξηση του 3% είναι μικρή. Το λέω, ως πρώην δημόσιος υπάλληλος, μέχρι
πριν εκλεγώ, και νιώθοντας τον πόνο και τον καημό όλων των συναδέλφων
του δημοσίου τομέα. Πράγματι η αύξηση του 3% είναι μικρή. Πράγματι το
κόστος της ζωής είναι αρκετά μεγάλο και πολύ δύσκολα μια μέση ελληνική
οικογένεια μπορεί και το αντιπαλεύει.
Βέβαια μακάρι να υπήρχαν οι δυνατότητες να πηγαίναμε σε ακόμη
μεγαλύτερες αυξήσεις. Ποια κυβέρνηση δεν θα ήθελε να δώσει αυξήσεις της
τάξεως του 10% ή του 15%, έτσι ώστε να είναι αρεστή στους πολίτες;
Είναι, όμως, σαφές ότι η νέα διακυβέρνηση της χώρας, η Κυβέρνηση του
Κώστα Καραμανλή επιλέγει τον άλλο δρόμο, το δύσκολο δρόμο. Επιλέγει μια
στάση ευθύνης απέναντι στην Ελλάδα, απέναντι στη χώρα μας, απέναντι
στους πολίτες, απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Επιλέγει να είναι χρήσιμη
και όχι απλά αρεστή. Έτσι, λοιπόν, ανάλογα με τις αντοχές και με τις
ανοχές της ελληνικής οικονομίας πορεύεται. Δίνει τις αυξήσεις, που έχει
τη δυνατότητα να δώσει. Παραλάβαμε ένα τεράστιο δημοσιονομικό έλλειμμα,
παραλάβαμε ένα δυσβάσταχτο χρέος. Τι θέλατε δηλαδή, να συνεχίσουμε την
κοινωνική, τη φιλολαϊκίστικη πολιτική, που έκαναν οι κυβερνήσεις του
ΠΑ.ΣΟ.Κ., υποθηκεύοντας έτσι το μέλλον της χώρας, υποθηκεύοντας έτσι το
μέλλον των παιδιών μας; Να κάνουμε κοινωνική πολιτική με δανεικά;
Κάποτε πρέπει να σταματήσουν όλα αυτά και να σοβαρευτούμε. Να δίνουμε
αυτά που έχει δυνατότητα να δώσει η χώρα, για να μπορέσει επιτέλους να
ορθοποδήσει η οικονομία και να έχουμε αποτελέσματα που θα βασίζονται
στις δικές μας δυνάμεις και όχι σε δανεικά.
Βέβαια είδαμε πολλά «κροκοδείλια δάκρυα» από τους συναδέλφους του
ΠΑ.ΣΟ.Κ., τα οποία κυριολεκτικά μας έπνιξαν και μας συγκίνησαν. Ξέχασαν
πολύ γρήγορα τα δικά τους χρόνια, των κυβερνήσεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ευτυχώς
που οι εκπρόσωποι του Κ.Κ.Ε. και του Συνασπισμού τους θύμισαν μερικά.
Τους θύμισαν την πράξη νομοθετικού περιεχομένου του 1985 που απαγόρευε
τις αυξήσεις, ακόμη και στον ιδιωτικό τομέα. Τους θύμισαν το άρθρο 4,
που στην κυριολεξία απαγόρευε τις απεργίες. Τους θύμισαν τις
εισοδηματικές πολιτικές, που ήταν μικρότερες του πληθωρισμού για
πάρα-πάρα πολλά χρόνια και βέβαια τα μυστικά κονδύλια, τους ειδικούς
λογαριασμούς και όλα αυτά τα τερτίπια, τα οποία χρησιμοποιούσαν κατά
κόρον για να ξεγελάσουν τον ελληνικό λαό.
Οι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης «πλανώνται πλάνην
οικτράν», όταν νομίζουν ότι ξεχνάει πολύ γρήγορα ο ελληνικός λαός ή ότι
πάσχει ομαδικά από νόσο Αλτσχάϊμερ. Χαίρομαι που είναι θεματοφύλακες
του προγράμματός μας. Είναι καλό να μας το θυμίζουν. Πρέπει να μας το
θυμίζουν, γιατί πολλές φορές κάποιοι μπορεί να ξεχνούν κιόλας.
Είχαμε υποσχεθεί 330 ευρώ σύνταξη, έως το τέλος της τετραετίας στους συνταξιούχους του Ο.Γ.Α. και θα την πάρουν.
Είχαμε υποσχεθεί 220 ευρώ επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης, το Ε.Κ.Α.Σ. και θα το πάρουν ως το τέλος της τετραετίας.
Χαίρομαι που τα θυμάστε όλα αυτά, αγαπητοί συνάδελφοι και που μας
τα θυμίζετε, γιατί δεν πρέπει κανείς να τα ξεχνάει, γιατί τα οφείλουμε
στην κυριολεξία, στον ελληνικό λαό. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να
συνεχίσουμε τη σκληρή δουλειά, να συνεχίσουμε να παράγουμε θετικά
αποτελέσματα για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας, για το σύνολο της
ελληνικής κοινωνίας, γιατί η πολιτική μας πρέπει να είναι μία πολιτική
και έτσι είναι- με κοινωνικό πρόσωπο, μία πολιτική για τον άνθρωπο
πρώτα απ' όλα και πάνω απ' όλα.
Ευχαριστώ πολύ.