Από την πρώτη ημέρα έκδοσης του «Ελεύθερου Τύπου» από τον οποίο πέρασαν μεγάλες μορφές της ελληνικής δημοσιογραφίας και ταυτίστηκε με τις φιλελεύθερες ιδέες και τον κεντροδεξιό χώρο, ήμουν καθημερινός αναγνώστης της εφημερίδας, όπως άλλωστε και χιλιάδες πολίτες που ενστερνίζονται και υποστηρίζουν τη μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Η εφημερίδα, πάντα χρήσιμα και κριτικά, υποστήριζε τις πολιτικές της και έδωσε και αυτή τους δικούς της δημοσιογραφικούς αγώνες, ώστε η ΝΔ να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας και στη συνέχεια βεβαίως για την προώθηση του μεταρρυθμιστικού της προγράμματος.
Το κλείσιμο της ιστορικής εφημερίδας αποτέλεσε μια απρόσμενη εξέλιξη όχι όμως και έναν κεραυνό εν αιθρία. Η κρίση άλλωστε στον έντυπο Τύπο στη χώρα μας είναι γνωστή εδώ και χρόνια και δυστυχώς δεν έχει ληφθεί μέριμνα και από τους επιχειρηματίες-εκδότες και από τον ίδιο το δημοσιογραφικό κόσμο. Οι εφημερίδες οφείλουν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, τις νέες ανάγκες της κοινωνίας και να υπηρετήσουν τη δημοσιογραφία και το κοινωνικό συμφέρον και όχι να ακολουθήσουν το μοντέλο της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας, το οποίο και σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται για την απαξίωση του χώρου στα μάτια των πολιτών. Η οικονομική κρίση, η κρίση των θεσμών, αλλά και η απαξίωση των πολιτικών, ευθύνονται και αυτές για την κρίση στο χώρο του τύπου. Όμως η βασική αιτία είναι οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ πολιτικής-εκδοτών-δημοσιογράφων. Η πολιτική επιχειρεί να ποδηγετήσει την ενημέρωση και οι εκδότες να αποκτήσουν πολιτική και οικονομική ισχύ. Άποψή μου; Απαιτείται ένα συγκεκριμένο και αυστηρό θεσμικό πλαίσιο που να ορίζει αντικειμενικά κριτήρια για την χρηματοδότηση μέσω των κρατικών διαφημίσεων του Τύπου και επίσης επιστροφή στους κανόνες της εκδοτικής και δημοσιογραφικής δεοντολογίας.