Η πώληση της Ολυμπιακής μετά από 5 αποτυχημένες προσπάθειες (οι τέσσερις εκ των οποίων έγιναν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ), ειδικά σε μια περίοδο παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αποτελεί αναμφίβολα μια επιτυχία, όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά γενικότερα της χώρας. Επιτεύχθηκε μετά από οργανωμένη και συστηματική δουλειά σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, και τυγχάνει της αποδοχής της μεγαλύτερης πλειοψηφίας των ελλήνων πολιτών γενικότερα, καθώς επίσης και των εργαζομένων στην Ο.Α. ειδικότερα.
Η επιτυχία δε του όλου εγχειρήματος συνίσταται:
- Στο ότι ενώ η λειτουργία της Ο.Α. δημιουργούσε χρέη της τάξης του 1 εκατομμυρίου Ευρώ την ημέρα, πλέον το δημόσιο, πλην του τιμήματος των 177 εκ. Ευρώ για την πώληση, θα εισπράττει τουλάχιστον 150 εκ. Ευρώ σε ετήσια βάση από φόρους, σπατόσημο κ.ά. Σύνολο δηλαδή ετήσιων κερδών περίπου 500 εκ. Ευρώ ετησίως, αν συνυπολογίσουμε και τις μέχρι χθες ετήσιες ζημίες των 350 εκ Ευρώ, που πλήρωνε ο Κρατικός Προϋπολογισμός, το σύνολο δηλαδή του Ελληνικού λαού.
- Στο ότι διασφαλίζεται ο εσωτερικός ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά από την ύπαρξη δύο μεγάλων εταιρειών, όπως και ο κοινωνικός χαρακτήρας για τις αποκαλούμενες «άγονες γραμμές».
- Στο ότι διασφαλίζονται όλοι οι εργαζόμενοι, με ένα πακέτο ύψους της τάξης του μισού δις. ευρώ, και τρεις επιλογές: πρόσληψη στην νέα εταιρεία, πρόωρη συνταξιοδότηση, μετάταξη με ίδιο μισθό σε άλλη δημόσια υπηρεσία
- Στο ότι η κυβέρνηση προχώρησε δίχως να συνυπολογίσει το μικροπολιτικό κόστος και τις αντιδράσεις συντεχνιών και μειοψηφιών και υλοποίησε την μεταρρύθμιση, με γνώμονα το καλό της εταιρείας, των πολιτών και του δημοσίου.
Και με γνώμονα την πολιτική βούληση και αποτελεσματικότητα στην περίπτωση της Ο.Α. και τους πολλούς πολίτες στο πλευρό της που απ' ότι φάνηκε στην περίπτωση συμφωνούν μαζί της, θα συνεχίσει την πολιτική των μεταρρυθμίσεων, βάζοντας πάνω απ΄ όλα το συμφέρον της χώρας, της κοινωνίας, των πολιτών, και αφήνοντας στην αντιπολίτευση τη συνέχιση της στείρας και άγονης μικροκομματικής της πολιτικής.